To ιλιγγιώδες ποσό των 328 εκατομμυρίων δολαρίων καλούνται να πληρώσουν οι κολοσσοί της online παροχής υπηρεσιών μεταφοράς προσώπων, Uber και Lyft, μετά την απόφαση – κόλαφο της γενικής εισαγγελέως της Νέας Υόρκης ότι εξαπάτησαν συστηματικά τους οδηγούς τους αποφεύγοντας να τους καταβάλλουν μισθούς και διάφορες παροχές.
Η γενική εισαγγελέας Λετίθια Τζέιμς ανακοίνωσε ότι η Uber θα πληρώσει 290 εκατομμύρια δολάρια και η Lyft άλλα 38 εκατομμύρια δολάρια μετά την πολυετή έρευνα του γραφείου της σχετικά με τις πιο πάνω εταιρείες, σε μια υπόθεση που την χαρακτήρισε ως τον μεγαλύτερο διακανονισμό κλοπής μισθών στην ιστορία των υποθέσεων που έχει διεκπεραιώσει.
Οι οδηγοί θα έχουν επίσης εγγυημένα ελάχιστα ωρομίσθια και αναρρωτική άδεια μετ’ αποδοχών. Θα τους παρασχεθούν πληροφορίες και ενημερώσεις σχετικά με τα κέρδη των εν λόγω εταιρειών αλλά και τις συνθήκες εργασίας.
Εξωτερικοί συνεργάτες ή υπάλληλοι;
Η δικαστική έρευνα εξέτασε επίσης και τις κατηγορίες κατά των Uber και Lyft ότι εισέπραξαν παρανόμως ορισμένους φόρους και τέλη από οδηγούς της Νέας Υόρκης και όχι από τους επιβάτες. Αντιμετώπισε επίσης τις πρακτικές των εταιρειών να προσλαμβάνουν τους οδηγούς ως εξωτερικούς συνεργάτες αντί για υπαλλήλους.
Περισσότεροι από 100.000 νυν και πρώην οδηγοί αναμένεται να ωφεληθούν από την σημαντική αυτή δικαστική απόφαση στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.
«Αυτοί οι διακανονισμοί θα διασφαλίσουν ότι τελικά θα λάβουν ό,τι δικαιωματικά κέρδισαν και τους οφείλονται βάσει του νόμου», είπε η δικαστής.
Η Uber και η Lyft, που εδρεύουν και οι δύο στο Σαν Φρανσίσκο, αρνήθηκαν ότι έκαναν λάθος και χαρακτήρισαν την πιο πάνω εξέλιξη ως «νίκη» για τους οδηγούς.
Ο Τόνι Γουέστ, επικεφαλής νομικός διευθυντής της Uber, σε δήλωση του είπε ότι ο διακανονισμός της Uber «βοηθά να λυθεί» το ζήτημα του τρόπου πρόσληψης των συνεργατών της και θα αποτελέσει πρότυπο για άλλες πολιτείες.