Του Πάνου Κοσμά και της Άρτεμις Σπηλιώτη
Το Δημόσιο από τις επενδύσεις του στην Εθνική και την Alpha Bank, που αποεπενδύει τώρα, χάνει 10,6 δισ. ευρώ και άλλα 550-600 εκατ. ευρώ από μερίσματα του 2023 που θα διανεμηθούν το 2024 ● Σε 40 δισ. ευρώ υπολογίζει τις συνολικές απώλειες για τις 4 συστημικές τράπεζες το ΚΕΠΕ.
Με θηριώδεις απώλειες δεκάδων δισ. ευρώ αποχωρεί το Ελληνικό Δημόσιο από τις συστημικές τράπεζες. Εχοντας δώσει δεκάδες δισ. ευρώ για τη διάσωσή τους από το 2011 και εντεύθεν, αποχωρεί εισπράττοντας μόλις λίγα δισ. ευρώ από τη διάθεση των τελευταίων μετοχικών πακέτων των τραπεζών που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
Με θηριώδεις απώλειες δεκάδων δισ. ευρώ αποχωρεί το Ελληνικό Δημόσιο από τις συστημικές τράπεζες. Εχοντας δώσει δεκάδες δισ. ευρώ για τη διάσωσή τους από το 2011 και εντεύθεν, αποχωρεί εισπράττοντας μόλις λίγα δισ. ευρώ από τη διάθεση των τελευταίων μετοχικών πακέτων των τραπεζών που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Η συνολική απώλεια είναι δεκάδες δισ. ευρώ (το ΚΕΠΕ σε πρόσφατη μελέτη του την υπολογίζει σε περίπου 40 δισ. ευρώ) ενώ από την πώληση των ποσοστών του στην Εθνική και την Alpha Bank, που δρομολογείται αυτές τις μέρες, οι απώλειες θα ανέλθουν σε 10,7 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, οι απώλειες δεν εξαντλούνται μόνο σε αυτό: Το Δημόσιο (διά του ΤΧΣ) εκδηλώνει ανεξήγητη βιασύνη να πουλήσει τα εναπομείναντα ποσοστά του λίγο πριν μπει το 2024 ή στις αρχές του 2024 (όπως φημολογείται για το ποσοστό του στην Πειραιώς). Ετσι, θα χάσει σημαντικά έσοδα από μερίσματα, αφού το 2024 οι 4 συστημικές τράπεζες θα μοιράσουν μέρισμα ύστερα από αρκετά χρόνια.
Γιατί τόση βιασύνη;
Στην περίπτωση της πώλησης του 9% της Alpha Bank στη Unicredit, το ΤΧΣ και το Δημόσιο συμπεριφέρθηκαν σαν κομπάρσοι, ενώ οι απόλυτοι πρωταγωνιστές ήταν οι δύο τράπεζες. Αυτές πήραν την πρωτοβουλία και έθεσαν απόλυτα τους όρους, ενώ το Δημόσιο και οι νομισματικές αρχές [υπουργείο Οικονομικών και Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ)] χαιρέτισαν το «μεγάλο deal».
Η ιταλική τράπεζα κατέθεσε πρόταση αρχικά με τιμή ανά μετοχή 1,33 ευρώ, την οποία στο τέλος ανέβασε σε 1,39 ευρώ ανά μετοχή. Ετσι το 9% της Alpha Bank πουλήθηκε με discount, σε τιμή κατώτερη από την τιμή κλεισίματος χθες (1,395).
Οι πληροφορίες λένε ότι οι σχεδιασμοί του ΤΧΣ προβλέπουν και την πώληση του ποσοστού που κατέχει στην Πειραιώς (27%) μέχρι και τον Μάρτιο του 2024.
Πρόκειται για εξευτελιστική αποτίμηση, που αποδεικνύει ότι η ιταλική τράπεζα αντιμετωπίζει την Ελλάδα και τα ελληνικά assets πολύ υποτιμητικά. Ωστόσο, ούτε το υπουργείο Οικονομικών ούτε το ΤΧΣ ούτε η νομισματική αρχή (ΤτΕ) τόλμησαν να αμφισβητήσουν το στοιχείο αυτό του deal, φοβούμενα προφανώς ότι μπορεί να χαλάσει συνολικά η συμφωνία.
Η όλη υπόθεση διαψεύδει τα περί «ισχυρής οικονομίας» (μια ισχυρή οικονομία σέβεται την αξία των assets της και δεν τα ξεπουλάει όπως όπως). Οσον αφορά την Εθνική, το ερώτημα είναι γιατί τόση βιασύνη. Ειδικά στην Εθνική το Δημόσιο κατέχει το 40,39% των μετοχών, άρα από το 2024 θα αποκόμιζε μέρισμα περίπου 400 εκατ. ευρώ. Πουλώντας το 20% τώρα, χαρίζει μέρισμα 200 εκατ. ευρώ στους ιδιώτες επενδυτές. Οι πληροφορίες λένε ότι οι σχεδιασμοί του ΤΧΣ προβλέπουν και την πώληση του ποσοστού που κατέχει στην Πειραιώς (27%) μέχρι και τον Μάρτιο του 2024.
Η αριθμητική των απωλειών
Το Δημόσιο διά του ΤΧΣ έβαλε στην Εθνική 8,46 δισ. ευρώ σε κεφάλαια και 456 εκατ. ευρώ για να καλύψει το funding gap της FBBank την οποία απορρόφησε. Εναντι αυτών, θα αποκομίσει περίπου 1 δισ. ευρώ από την πώληση του 20% των μετοχών της και ανάλογης τάξης μεγέθους ποσό από την πώληση του τελευταίου 20%. Επομένως θα καταγράψει απώλειες περίπου 6,91 δισ. ευρώ.
Στην περίπτωση της Alpha Bank, το Δημόσιο διά του ΤΧΣ έβαλε 3,96 δισ. ευρώ και παίρνει πίσω 293 εκατ. Απώλειες, 3,77 δισ. ευρώ. Μόνο από αυτές τις δύο τράπεζες το Δημόσιο χάνει περίπου 10,7 δισ. ευρώ.
Ανακεφαλαιοποιήσεις
Το 2009, το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, καθώς οι υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας περιόρισαν την πρόσβαση των τραπεζών στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων, όπως αναφέρει η ΤτΕ στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Νοέμβριος 2022). Η συμμετοχή των τραπεζών στο PSI -που είχαν μεγάλη εξάρτηση από τον δημόσιο τομέα (ομόλογα)- είχε αποτέλεσμα την επιδείνωση της κεφαλαιακής τους βάσης και κατέστη αναγκαία η εκπόνηση σχεδίου για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Τη στιγμή μάλιστα που τα «κόκκινα» δάνεια είχαν πάρει την… ανηφόρα λόγω της επιδείνωσης της οικονομίας, με τους πιστωτικούς κινδύνους και τις ζημιές να αυξάνονται.
«Τον Μάιο του 2012 η Τράπεζα της Ελλάδος εκπόνησε άσκηση για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών αναγκών κάθε ελληνικού πιστωτικού ιδρύματος και την αξιολόγηση της βιωσιμότητάς τους. Οι κεφαλαιακές ανάγκες για το σύνολο των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων εκτιμήθηκαν σε 40,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 27,5 δισ. ευρώ αντιστοιχούσαν στα τέσσερα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα. Το πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας προέβλεπε τη διάθεση συνολικά 50 δισ. ευρώ (σ.σ.: ώστε να καλυφθούν και τα funding gaps των τραπεζών που εξυγιάνθηκαν και απορροφήθηκαν από τις συστημικές) για την κάλυψη του κόστους ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάταξης του ελληνικού τραπεζικού τομέα», αναφέρει η ΤτΕ.
Ετσι, η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση (2012-2013) έγινε μέσω του ΤΧΣ και στοίχισε περί τα 25,5 δισ. ευρώ, ενώ με περίπου 3 δισ. ευρώ συμμετείχαν οι ιδιώτες μέτοχοι. Το κράτος έφτασε να κατέχει ποσοστό άνω του 80% στις 4 συστημικές τράπεζες, χωρίς όμως δικαιώματα σε ό,τι αφορά την επιλογή διοικήσεων.
Η δεύτερη, το 2014, καλύφθηκε στο σύνολό της από τοποθετήσεις ιδιωτών ύψους 8,3 δισ. ευρώ, αλλά προκάλεσε μεγάλη απαξίωση της περιουσίας του ΤΧΣ λόγω μείωσης του ποσοστού συμμετοχής του στα κεφάλαια των τραπεζών (dilution). Επιπρόσθετα, ελήφθησαν και άλλα μέτρα, όπως στήριξη των τραπεζών με εγγυήσεις (ομόλογα), εξυγίανση τραπεζών (Αγροτική, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Proton κ.ά.) και αναδιάταξη τραπεζικού συστήματος με εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Και παρά τις δύο ανακεφαλαιοποιήσεις και τη μεγάλη συγκέντρωση του κλάδου (4 συστημικές τράπεζες), η εμπιστοσύνη δεν ανακτήθηκε και η εκροή συνεχίστηκε. Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, η μεγαλύτερη εκροή καταθέσεων 87 δισ. ευρώ (36% των συνολικών καταθέσεων) -κυρίως προς τράπεζες του εξωτερικού- συνέβη από τον Σεπτέμβριο του 2009 έως τον Ιούνιο του 2012.
Το… παράδοξο των δύο πρώτων ανακεφαλαιοποιήσεων είναι ότι το Δημόσιο αν και μεγαλομέτοχος δεν είχε πλήρη δικαιώματα ψήφου και λόγο στη διοίκηση των τραπεζών που είχε διασώσει, ενώ δεν υπήρξε καμία πρόνοια, δεσμευτικό πλαίσιο για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. «Θα μπορούσαν να χρειαστούν περαιτέρω ενέσεις κεφαλαίου στο μέλλον, ελλείψει ριζικής λύσης τα ζητήματα διακυβέρνησης βρίσκονται στη ρίζα των προβλημάτων του ελληνικού τραπεζικού συστήματος», αναφέρει το ΔΝΤ σε ανάλυσή του τον Ιούλιο του 2015 (IMF Country Report No 15/186, July 14, 2015).
Ετσι, το 2015 φτάνουμε στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, εν μέσω capital controls και υπό δυσμενείς συνθήκες καθώς από την 1/1/2016 έμπαινε σε ισχύ η οδηγία BRRD που προβλέπει ότι πριν από τη λήψη κρατικής βοήθειας πρέπει να γίνει «κούρεμα» σε μετόχους, ομολογιούχους και καταθέτες για ποσά μεγαλύτερα των εγγυημένων 100.000 ευρώ (bail in).
Σε αυτό το «πιεστικό περιβάλλον» καθώς οι τράπεζες αναζητούσαν ταυτόχρονα κεφαλαία σε μικρό χρονικό διάστημα, ολοκληρώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση με την επιβάρυνση του δημόσιου χρέους να ανέρχεται στα 5,4 δισ. ευρώ έναντι αρχικής πρόβλεψης 25 δισ. ευρώ καθώς οι ξένοι επενδυτές συμμετείχαν με 5,3 δισ. ευρώ και χωρίς να υπάρξει πλήγμα για τις καταθέσεις. Κυρίως όμως η τρίτη ανακεφαλαιοποίηση συνδέθηκε με τη διαμόρφωση συνολικού πλαισίου αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων.
Υπολογισμοί Στουρνάρα
Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στον «Κύκλο Ιδεών» την περασμένη εβδομάδα, απάντησε σχετικά με τις απώλειες του ελληνικού Δημοσίου για τη στήριξη των τραπεζών. «Πολλοί λοιπόν βγαίνουν και λένε “μα, κοιτάξτε, το Δημόσιο έδωσε 35,50 δισ. μέσω του ΤΧΣ στις τράπεζες και θα πάρουμε μόνο 10;”. Λάθος. Μεγάλο λάθος και ως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας οφείλω ν’ αποκαταστήσω την αλήθεια. Το Δημόσιο έδωσε γύρω στα 30 με 40 δισ., θα πάρει τώρα 5, 10, πόσα θα πάρει; Τι άλλο όμως έχει πάρει; Εχει πάρει τα χρήματα του PSI. Αυτά στοίχισαν στις τράπεζες. Αυτά είναι γύρω στα 50 δισεκατομμύρια. Τι άλλο έχει πάρει που δεν το ξέρει ο κόσμος; Εχει πάρει τα τεράστια μερίσματα από την Τράπεζα της Ελλάδος, που έχουν προκληθεί από το ELA. Αρα λοιπόν, αν βάλετε τη σούμα…».
ΠΗΓΗ: Εφσυν