Στις αρχές της εβδομάδας, ο πρόεδρος Ερντογάν θα ταξιδέψει στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αποσκοπώντας στην επίτευξη σημαντικών οικονομικών συμφωνιών για επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Τουρκία.
Οι οικονομικές πτυχές της επίσκεψης του προέδρου είναι ιδιαιτέρως σημαντικές για την Τουρκία, καθώς η οικονομία της χώρας βρίσκεται υπό σοβαρή πίεση λόγω των αντισυμβατικών, όπως τις χαρακτηρίζουν οι οικονομολόγοι, πολιτικών του Ερντογάν.
Γι’ αυτό και η βελτίωση των σχέσεων με τα πλούσια κράτη του Κόλπου θεωρείται απαραίτητη για τη στήριξη της οικονομίας. Τα πλούσια σε πετρέλαιο κράτη του Κόλπου έχουν ήδη συμβάλει στην επίλυση της τρέχουσας συναλλαγματικής κρίσης της Τουρκίας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, ανάμεσα σε άλλα και με απευθείας καταθέσεις χρημάτων σε τουρκικούς κρατικούς λογαριασμούς.Ωστόσο δεν ήταν πάντα έτσι. Μόλις πριν από τρία χρόνια, η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία μποϊκόταραν ο ένας τις εισαγωγές του άλλου. Η Τουρκία έχει μια μακρά και πολύπλοκη σχέση με τους πλούσιους γείτονές της, μεταβαίνοντας από την απλή αντιπαλότητα στη διακοπή όλων των δεσμών και τώρα πάλι στην επιδίωξη φιλικών σχέσεων.
Ο «βολικός γάμος» με το Κατάρ
Από τις τρεις χώρες, η Τουρκία έχει την καλύτερη σχέση με το Κατάρ, το οποίο είναι σύμμαχός της εδώ και περίπου μια δεκαετία. Το 2014, η Τουρκία πήρε το μέρος του Κατάρ κατά τη διάρκεια της πρώτης σοβαρής διπλωματικής κρίσης της μικρής χώρας του Κόλπου. Τότε το Κατάρ ήταν απομονωμένο από τους μεγαλύτερους γείτονές του, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, λόγω των διαφορών απόψεων σχετικά με την εξωτερική πολιτική.
Η διπλωματική σύγκρουση επιδεινώθηκε και το Κατάρ αποκλείστηκε από αέρος, ξηράς και θαλάσσης μεταξύ 2017 και 2021. Η Τουρκία έστειλε τρόφιμα, νερό και φάρμακα, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να τοποθετήσει εκεί τουρκικά στρατεύματα.
Το Κατάρ ξεπλήρωσε τους Τούρκους, υποστηρίζοντάς τους στη διεθνή σκηνή – για παράδειγμα, συντασσόμενο με την Άγκυρα στον Αραβικό Σύνδεσμο και πραγματοποιώντας μεγάλες οικονομικές επενδύσεις στη χώρα.
Στις σχέσεις Κατάρ-Τουρκίας αποδίδονται συχνά ιδεολογικά και πολιτικά κίνητρα, όμως στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν «βολικό γάμο», όπως έγραψαν ερευνητές της δεξαμενής σκέψης Clingendael, με έδρα τη Χάγη, το 2021. Η τουρκική στρατιωτική αυτοπεποίθηση «παρέχει στο Κατάρ την προστασία που χρειάζεται για να διατηρήσει μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική που μπορεί να αντέξει την πίεση της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων». Ταυτοχρόνως μέσω της συνεργασίας με το Κατάρ, η Άγκυρα προωθεί «την προσπάθειά της για την ηγεσία της ήπιας ισχύος στον σουνιτικό κόσμο».
Η οικονομική φιλία με τα Η.Α.Ε.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν υιοθετήσει μια πιο μεσοβέζικη προσέγγιση. Οι διπλωματικές σχέσεις με την Τουρκία επιβαρύνθηκαν σημαντικά όταν η Τουρκία πήρε το μέρος του Κατάρ στην αντιπαράθεση των κρατών του Κόλπου. Όμως από τα τέλη του 2021, καθώς οι διπλωματικές σχέσεις με το Κατάρ βελτιώθηκαν, η Τουρκία κατάφερε να καλλιεργήσει μια διαρκώς θετικότερη σχέση με τους πρώην ανταγωνιστές της.
Τρεις ημέρες μετά την επανεκλογή του Ερντογάν ,η Τουρκία και τα Η.Α.Ε. υπέγραψαν εμπορική συμφωνία, η οποία ίσως φτάσει τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια σε βάθος πενταετίας. Από τέλη του 2022 τα Η.Α.Ε. εξετάζουν επιπλέον το ενδεχόμενο αγοράς έως και 120 τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών Bayraktar TB2, τα οποία εκτιμάται ότι κοστίζουν περίπου 5 εκατομμύρια δολάρια έκαστο. Είκοσι από τα αυτά έχουν ήδη παραδοθεί στα Η.Α.Ε.
Τα σκαμπανεβάσματα με τη Σαουδική Αραβία
Όσον αφορά τις σχέσεις Τουρκίας και Σαουδικής Αραβίας, η δεύτερη βρίσκεται στο αντίθετο άκρο του διπλωματικού φάσματος συγκριτικά με το Κατάρ. «Τουρκία και Σαουδική Αραβία υπήρξαν ιστορικά σημαντικοί περιφερειακοί ανταγωνιστές», εξηγεί ο Σινέμ Τσενγκίζ, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Κατάρ, σε ανάλυση για το Gulf International Forum. Στον 21ο αιώνα, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μπορούν να περιγραφούν καλύτερα ως ένα «ένα τρενάκι που ανεβοκατεβαίνει».
Μετά τις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης το 2011, οι οποίες ανέτρεψαν αρκετές δικτατορίες στη Μέση Ανατολή, αλλά οδήγησαν επίσης σε συγκρούσεις και αστάθεια σε ορισμένες χώρες, η Τουρκία τάχθηκε συχνά στο πλευρό των αντικυβερνητικών διαδηλωτών. Το 2018 η φρικτή δολοφονία του Σαουδάραβα αντιφρονούντα Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη οδήγησε σε σχεδόν πλήρη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων. Μέχρι το 2020, Σαουδάραβες επιχειρηματίες καλούσαν σε μποϊκοτάζ των τουρκικών προϊόντων και οι δύο κυβερνήσεις απαγόρευσαν την ίδια χρονιά τα μέσα ενημέρωσης που ανήκαν στην άλλη χώρα. Οι Σαουδάραβες άρχισαν επίσης να τοποθετούνται εναντίον της Τουρκίας σε διεθνείς διαφορές, όπως στις διαμάχες με την Ελλάδα ή την Αίγυπτο.
Οι Σαουδάραβες ενοχλήθηκαν ακόμη από το γεγονός ότι η Τουρκία εδραιωνόταν ως ηγέτης του ισλαμικού κόσμου στην κοινή γνώμη, αναλαμβάνοντας έναν ρόλο που παραδοσιακά είχε το Ριάντ, το οποίο θεωρείται ηγέτης της παγκόσμιας σουνιτικής μουσουλμανικής κοινότητας.
Παρά τη μακροχρόνια αντιπαλότητα όμως, τον τελευταίο χρόνο οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί. Η Σαουδική Αραβία, ως η μεγαλύτερη οικονομία μεταξύ των κρατών του Κόλπου και ένα από τα πλουσιότερα έθνη του κόσμου, έχει μια συγκριτικά υποτυπώδη οικονομική σχέση με την Τουρκία. Οι εμπορικές συναλλαγές της Σαουδικής Αραβίας με την Τουρκία αυξήθηκαν ταχύτερα από όλες τις χώρες του Κόλπου, με τη σύναψη εμπορικών συναλλαγών αξίας δισεκατομμυρίων. Την ίδια περίοδο, η κρατικά ελεγχόμενη πετρελαϊκή εταιρεία της Σαουδικής Αραβίας, Saudi Aramco, έχει συναντηθεί με περίπου 80 διαφορετικούς Τούρκους εργολάβους, με σκοπό τη συνεργασία σε έργα αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Οι αναλυτές πιστεύουν ότι ο αναπτυσσόμενος αμυντικός τομέας της Τουρκίας θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει πόλο έλξης για τους Σαουδάραβες. Δεν έχουν αγοράσει ακόμη κανένα από τα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να ενδιαφερθούν. Έχει επίσης προταθεί η ανάληψη αρμοδιοτήτων από τον τουρκικό στρατό με στόχο την εξυπηρέτηση συμφερόντων της Σαουδικής Αραβίας, όπως η περιπολία των ναυτιλιακών οδών πετρελαίου.
Πηγή: DW.com