Ημεγαλύτερη εταιρεία ύδρευσης της Βρετανίας, η Thames Water, που διαχειρίζεται το νερό του Τάμεση, βρίσκεται σε συνομιλίες με τις ρυθμιστικές αρχές αναζητώντας λύση στο πρόβλημα υπερχρέωσής της. Ανάμεσα στα σενάρια που εξετάζονται συμπεριλαμβάνεται και το ενδεχόμενο εθνικοποίησης της εταιρείας, που είναι υπερχρεωμένη με 16,5 δισ. δολ. Η εξυπηρέτηση του χρέους της δυσχεραίνεται, άλλωστε, τους τελευταίους μήνες εξαιτίας των αυξήσεων των επιτοκίων. Ως εκ τούτου, η εταιρεία βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με τη ρυθμιστική αρχή υδάτων Ofwat, το υπουργείο Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Γεωργίας, αλλά και με το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών...
Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στην εταιρεία, οι συνομιλίες αφορούν κατά κύριο λόγο την ένταξή της σε καθεστώς ειδικής διοίκησης. Οι ίδιες πηγές εξέφρασαν πάντως την ελπίδα πως δεν θα χρειαστεί η εθνικοποίηση της Thames Water, ενώ το θέμα αρχίζει να αποτελεί αντικείμενο δημοσίου διαλόγου. Μιλώντας στο BBC, ο Ντάρεν Τζόουνς, βουλευτής των Εργατικών που προεδρεύει της επιτροπής επιχειρήσεων και εμπορίου της Βουλής, τόνισε πως η κυβέρνηση δεν πρέπει να προχωρήσει σε εθνικοποίηση του συνόλου των εταιρειών ύδρευσης. Επισήμανε, πάντως, πως «αν η χώρα φθάσει να διαπιστώσει πως οι ιδιοκτήτες των εταιρειών ύδρευσης τα έχουν κάνει θάλασσα, τότε δεν θα έχει άλλη επιλογή η κυβέρνηση από την εθνικοποίησή τους και τη διαχείρισή τους».
Η εταιρεία ανακοίνωσε από την πλευρά της ότι συνομιλεί με τους μετόχους της, εξετάζοντας τη δυνατότητα να αντλήσει περισσότερα κεφάλαια και προσέθεσε ότι διαθέτει άφθονη ρευστότητα. Στην αγορά ομολόγων, πάντως, ένα από τα ομόλογά της σημείωσε χθες απότομη πτώση, ενώ μία ημέρα νωρίτερα είχε παραιτηθεί η διευθύνουσα σύμβουλος της Thames Water, Σάρα Μπέντλεϊ, εν μέσω αμφιβολιών για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Ολα αυτά συμβαίνουν στην εταιρεία που υδροδοτεί τα νοικοκυριά 15 εκατ. ανθρώπων στο Λονδίνο και το Σάου Ιστ. Οσες εταιρείες ύδρευσης της Βρετανίας έχουν ιδιωτικοποιηθεί βασίζονται στις αγορές χρέους για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους. Εχουν, όμως, προσελκύσει επανειλημμένως τα βέλη των περιβαλλοντικών οργανώσεων, που τις κατηγορούν ότι υπερχρεώνονται για να μπορούν να προσφέρουν μεγάλα μερίσματα στους μετόχους και μπόνους στα υψηλόβαθμα στελέχη τους, αντί να επενδύουν πολύ πιο ουσιαστικά στην αναβάθμιση των απαρχαιωμένων υποδομών του συστήματος ύδρευσης. Και βέβαια οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας επιδεινώνουν διαρκώς την κατάσταση για τις υπερχρεωμένες εταιρείες.
Ως κλάδος, οι εταιρείες ύδρευσης βρίσκονται παράλληλα στο στόχαστρο της κοινής γνώμης έπειτα από κάποια επεισόδια διαρροής λυμάτων σε ποταμούς και στο μήκος ακτογραμμών, ενώ την ίδια στιγμή προσπαθούν να περιφρουρήσουν το πολύτιμο αγαθό των υδάτων και να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες των όλο και πιο καυτών καλοκαιριών. Το περασμένο έτος η Βρετανία επλήγη από μια παρατεταμένη περίοδο ξηρασίας και οι εταιρείες κοινής ωφελείας επέβαλαν περιορισμούς στην κατανάλωση νερού, μολονότι έχουν προηγηθεί πολλές διαρροές στους απαρχαιωμένους αγωγούς της Βρετανίας. Στο μεταξύ οι λογαριασμοί του νερού αναμένεται να αυξηθούν, καθώς οι εταιρείες ύδρευσης παρουσιάζουν τώρα τα σχέδιά τους στην Ofwat με στόχο την αποκατάσταση των υποδομών ύδρευσης της χώρας, αρχής γενομένης από το 2025. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση της Βρετανίας δήλωσε σε δημοσιογράφους διά στόματoς του εκπροσώπου της, πως το Λονδίνο προετοιμάζει σειρά σεναρίων. Προσέθεσε, πάντως, πως ο τομέας των εταιρειών ύδρευσης είναι στο σύνολό του οικονομικά ισχυρός.
Σύμφωνα δε με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch, οι πιστωτές της εταιρείας έχουν μειωμένη κάλυψη από τον Μάιο. Τότε η Ofwat άλλαξε τους κανόνες που διέπουν τη χορήγηση μερισμάτων, εξαρτώντας τα ευθέως από την απόδοση της εταιρείας και την ποιότητα υπηρεσιών που παρέχει στους πελάτες και το περιβάλλον.
Πηγή: Bloomberg