Η αύξηση του φόρου στα μερίσματα μπορεί να μην αποδώσει τίποτα εισπρακτικά στο δημόσιο καθώς μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του συνολικού ύψους των διανεμόμενων κερδών.
Η αύξηση του αφορολόγητου για τις οικογένειες με παιδιά έχει περιορισμένο θετικό αντίκτυπο της τάξεως των 90-110 ευρώ τον χρόνο για τους μισθωτούς. Η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα στο ελάχιστο επίπεδο της ΕΕ θα οδηγούσε σε πολύ μεγάλη μείωση της τιμής της αμόλυβδης αλλά σε μικρή μείωση της τιμής του πετρελαίου κίνησης που είναι και το ζητούμενο για να μειωθεί το μεταφορικό κόστος.
Η μείωση του αφορολογήτου στις γονικές παροχές αφορά σε πολύ λίγες χιλιάδες ιδιοκτήτες οι οποίοι ούτως ή άλλως έχουν εναλλακτικούς τρόπους για να αποφύγουν τα φορολογικά βάρη.
Και η επαναφορά του αφορολογήτου για τους αυτοαπασχολούμενους -σε συνδυασμό με την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος- θα μετέτρεπε τη χώρα σε "φορολογικό παράδεισο" για τους ελεύθερους επαγγελματίες η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δεν θα πλήρωνε ούτε ένα ευρώ φόρο στο κράτος.
· 4,2 δις. ευρώ ήταν το 2022 το σύνολο των μερισμάτων που διένειμαν όλες οι επιχειρήσεις της χώρας. Αυτό σημαίνει ότι με συντελεστή 5% το δημόσιο εισπράττει περίπου 210 εκατ. ευρώ ετησίως. Αν διπλασιαστεί ο συντελεστής στο 10% δεν είναι σίγουρο ότι τα έσοδα θα φτάσουν στα 420 εκατ. ευρώ. Διότι και το 2018 που ίσχυε υψηλότερος συντελεστής φορολογίας στα μερίσματα, το ύψος τους δεν ξεπερνούσε τα 1,5 με 1,8 δις. ευρώ ετησίως. Άρα για να ληφθεί η απόφαση αλλαγής του συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η λεγόμενη "ελαστικότητα" δηλαδή το πόσο επηρεάζεται το ύψος των μερισμάτων από τον φορολογικό συντελεστή.
· Λιγότεροι από 50-60.000 ιδιοκτήτες μπορούν -δυνητικά- να επηρεαστούν από ενδεχόμενη μείωση του αφορολογήτου των γονικών παροχών στα 400.000 ευρώ (από 800.000 ευρώ που είναι σήμερα). Πρώτον διότι ο αριθμός των μεγαλοιδιοκτητών στην Ελλάδα είναι ούτως ή άλλως πολύ μικρός (ατομικές περιουσίες άνω των 400.000 ευρώ στην Ελλάδα έχουν περίπου 150.000 άτομα και είναι ένα ερώτημα πόσοι από αυτούς δεν έχουν τακτοποιήσει ακόμη τα περιουσιακά τους ζητήματα) και δεύτερον διότι οι έχοντες ακίνητα πολύ μεγάλης αξίας επιλέγουν άλλους τρόπους για να διευθετήσουν τις μεταβιβάσεις ακινήτων. Κυριότερη μέθοδος, η χρήση εταιρειών real estate. H εισπρακτική απόδοση του μέτρου της μείωσης του αφορολογήτου στις γονικές παροχές θα είναι πολύ μικρή.
· Λιγότερα από 1,4 ευρώ το λίτρο θα πωλούνταν η αμόλυβδη στην Ελλάδα αν εφαρμοζόταν ο κατώτατος συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην ΕΕ. Η τιμή λιανικής θα μειωνόταν κατά περίπου 42 λεπτά. Στο πετρέλαιο κίνησης, η τιμή θα υποχωρούσε κατά περίπου 10 λεπτά. Άρα το μέτρο που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για περιορισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα κατώτερα επίπεδα της ΕΕ ευνοεί κυρίως αυτούς που καταναλώνουν βενζίνη και δευτερευόντως τα επαγγελματικά οχήματα και τα ΙΧ με πετρέλαιο κίνησης. Το μέτρο έχει μεγάλο δημοσιονομικό κόστος (ακόμη και 2 δις. ευρώ τον χρόνο) καθώς το δημόσιο εισπράττει περί τα 4 δις. ευρώ τον χρόνο από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στην ενέργεια ποσό που αντιστοιχεί σε περίπου το 8% των συνολικών φορολογικών εσόδων.
· Περίπου 90-110 ευρώ θα αυξηθούν οι ετήσιες καθαρές αποδοχές των εργαζομένων με παιδιά από την αύξηση του αφορολογήτου κατά 1000 ευρώ που έχει εξαγγείλει η Νέα Δημοκρατία. Ο αριθμός των ωφελούμενων είναι μεγάλος (όλες οι οικογένειες με παιδιά που δηλώνουν πάνω από 10.000 ευρώ τον χρόνο από μισθούς) αλλά το δημοσιονομικό κόστος είναι περιορισμένο καθώς αντίστοιχα συγκρατημένο είναι και το συνολικό όφελος ανά φορολογούμενο.
· Ο ελεύθερος επαγγελματίας που δηλώνει στην Ελλάδα φορολογητέο εισόδημα 10.000 ευρώ, πληρώνει 900 ευρώ φόρο ετησίως συν το τέλος επιτηδεύματος που φτάνει και στα 650 ευρώ. Ο μισθωτός, για το ίδιο ακριβώς εισόδημα καταβάλλει φόρο 123 ευρώ και δεν υπόκειται σε τέλος επιτηδεύματος. Το σύστημα εκ πρώτης όψεως φαίνεται ευνοϊκότερο για τον μισθωτό αλλά δεν είναι έτσι. Ο αυτοαπασχολούμενος έχει τη δυνατότητα να μειώσει το φορολογητέο εισόδημά του αφαιρώντας τις επαγγελματικές του δαπάνες (κόστος μετακίνησης στον τόπο εργασίας, έξοδα επαγγελματικής έδρας κλπ). Στον μισθωτό δεν αναγνωρίζεται καμία απολύτως έκπτωση πλην των ασφαλιστικών εισφορών που του παρακρατούνται. Η πρόταση επομένως που έχει μπει στον προεκλογικό διάλογο για ενιαίο αφορολόγητο 10.000 ευρώ για όλους (την έχει υποβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ) ουσιαστικά ευνοεί τους αυτοαπασχολούμενους κατά 900 ευρώ τον χρόνο και ακυρώνει την διαφοροποίηση που προβλέπει η νομοθεσία ακριβώς επειδή οι μισθωτοί δεν έχουν δυνατότητα να δηλώσουν επαγγελματικές δαπάνες. Τι θα γινόταν λοιπόν αν εφαρμοζόταν το αφορολόγητο των 10.000 ευρώ σε συνδυασμό μάλιστα με την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος; Η Ελλάδα θα γινόταν φορολογικός παράδεισος για αυτοαπασχολούμενους. Ήδη οι 9 στους 10 δεν δηλώνουν εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ οπότε με τα συγκεκριμένα μέτρα οι 9 στους 10 δεν θα πλήρωναν ούτε ένα ευρώ φόρο στο κράτος.