Σε μια ανάλυση που «καίει» τον Ρ.Τ. Ερντογάν, ωστόσο δημιουργεί προβληματισμούς για τη γενική στάση των ΗΠΑ προς την Κύπρο, προχώρησε το think tank Stratfor, γνωστό και ως φερέφωνο της CIA.
Το γεωπολιτικό ινστιτούτο στην ανάλυσή του εξηγεί πως οι χειρισμοί του Ερντογάν για έλεγχο των εξουσιών είναι αυτοί που θα το οδηγήσουν στην πολιτική του κατάρρευση, αλλά και στην γενικότερη κατάσταση στην Τουρκία...
Παράλληλα, σε μια σύντομη αναφορά στην κυπριακή ΑΟΖ, το Stratfor εκτιμά πως η Τουρκία θα συνεχίσει να «κοντράρει» τη Δύση. Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός που αναφερόμενο στις έρευνες που θα γίνουν στην «ΑΟΖ» του ψευδοκράτους, το αμερικανικό ινστιτούτο το αναφέρει με την ονομασία «Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου», ονομασία που μόνο η Τουρκία έχει αναγνωρίσει.
Αξίζει να σημειωθεί πως η κατάρρευση του Ερντογάν δεν θα είναι απαραίτητα καλή για Ελλάδα-Κύπρο, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε νέα σύσφιξη των αμερικανοτουρκικών σχέσεων και εκ νέου αλλαγές στις συμμαχίες και τις ισορροπίες στην περιοχή.
Στις 31 Μαρτίου φάνηκε ότι το Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) πήρε με επιτυχία τον Δήμο της Κωνσταντινούπολης από το κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), το οποίο έχει οικονομικά και πολιτικά ισχυρή θέση για σχεδόν δύο δεκαετίες. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι είχε περίπου 14.000 περισσότερες ψήφους από τον αντίπαλό του, η νίκη του CHP δεν… κράτησε πολύ.
Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, το ΑΚΡ έκανε λόγο για νοθεία στις εκλογές, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η επανάληψή τους. Αν αντιμετωπίσει μία ακόμη ήττα στις εκλογές της 23ης Ιουνίου, το ΑΚΡ είναι πιθανό να επαναλάβει την τακτική αυτή – αποκαλύπτοντας πόσο μακριά θα μπορούσε να φτάσει για να διασφαλίσει ότι έχει τον έλεγχο της πόλης.
Η ήττα του AKP στη μάχη της δημαρχίας της 31ης Μαρτίου θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμεύσει ως προειδοποίηση και για την πτώση του κόμματος σε εθνικό επίπεδο. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι το AKP κοιτάζει τη μάχη της 23ης Ιουνίου με το βλέμμα στραμμένο στις προεδρικές εκλογές του 2023 και αναλύει την… απειλή του CHP. Αντιμετωπίζοντας αυτή την υπαρξιακή δυσκολία, το AKP θα χρησιμοποιήσει περισσότερα στοιχεία της εθνικιστικής ρητορικής και των λαϊκιστικών πολιτικών, οι οποίες ιστορικά έχουν βοηθήσει. Υπάρχει, όμως, και ο κίνδυνος να προκαλέσει μόνιμη ζημιά στην ήδη εύθραυστη οικονομία της Τουρκίας και στις σχέσεις της με τους ξένους.
Η υπόσχεση του ΑΚΡ για μια νέα προσέγγιση στην οικονομία της Τουρκίας είναι αυτό που αρχικά είχε φέρει το κόμμα στην εξουσία πριν από περίπου 20 χρόνια. Ετσι, η σημερινή επισφαλής οικονομική εικόνα της χώρας αποτελεί τώρα πρόβλημα για το κόμμα. Το απότομο εταιρικό χρέος, σε συνδυασμό με τη χαμηλή κατανάλωση, έχει «παγώσει» την επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα. Και ενώ έπεσε από το υψηλότερο σημείο που έφτασε το 2018, ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός σε πάνω από 18%, όπως και η ανεργία σε εθνικό επίπεδο στο 11%.
Τον Μάιο, η Τουρκία ανέφερε ρεκόρ εξαγωγών, αν και αυτό το φαινομενικά θετικό στοιχείο μετριάζεται από το γεγονός ότι αυτό οφείλεται στη χαμηλή αξία της τουρκικής λίρας. Κάποιοι ψηφοφόροι, απογοητευμένοι με την επιβράδυνση της οικονομίας της χώρας, απέρριψαν το κυβερνών κόμμα. Και το συναίσθημα αυτό αποτέλεσε έναν κύριο λόγο για τον οποίο το ΑΚΡ έχασε αρκετούς σημαντικούς σταθμούς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση τους τελευταίους μήνες, συμπεριλαμβανομένης και της δημαρχίας της Κωνσταντινούπολης.
Αντιμετωπίζοντας την απειλή της εξασθένησης της στήριξης και της δύσκολης μάχης για τη δημαρχία στην Κωνσταντινούπολη, το ΑΚΡ προσκολλάται τώρα στην εθνικιστική πολιτική και τη λαϊκιστική οικονομική πολιτική (καθώς έχουν αποδειχθεί δημοφιλείς στην εκλογική βάση του ΑΚΡ).
Με αυτόν τον τρόπο, το κόμμα θα συνεχίσει να βασίζεται στο μακροχρόνιο μήνυμά του ότι μόνο το ΑΚΡ μπορεί να εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα της Τουρκίας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, βοηθώντας το να διατηρήσει τον έλεγχο της κυβέρνησης αμέσως μετά τις εκλογές της 23ης Ιουνίου, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, η ρητορική και οι δράσεις τού «Πρώτα η Τουρκία» κινδυνεύουν να περιπλέξουν περαιτέρω την οικονομική κατάσταση και τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων της Αγκυρας μεταξύ ισχυρότερων δυνάμεων, όπως η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ, θα βοηθήσουν την κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του ΑΚΡ, να ασκήσει εσωτερική πολιτική εξουσία, τονίζοντας την πατριωτική της έκκληση. Τον Ιούλιο, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε ενδεχομένως να επισκεφθεί την Τουρκία για να συζητήσει τις αποκλίνουσες εθνικές πολιτικές των δύο χωρών σε θέματα, όπως η παγκόσμια επιρροή της Ρωσίας και η συριακή διαμάχη. Ωστόσο, σύμφωνα με την ανανεωμένη εθνικιστική στάση του ΑΚΡ, η Τουρκία δεσμεύεται να δώσει προτεραιότητα στα εθνικά της συμφέροντα έναντι οποιουδήποτε συμβιβασμού και θα επιμείνει στις θέσεις της – ανεξάρτητα από το πόσο δυσάρεστο είναι αυτό για την Ουάσιγκτον. Εντούτοις, η πρόκληση οποιασδήποτε διπλωματικής σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες κινδυνεύει να βλάψει την οικονομία, θέτοντας την Τουρκία σε κίνδυνο να αντιμετωπίσει κυρώσεις και δασμούς από τις ΗΠΑ – όπως έγινε πέρυσι.
Στην προσπάθεια για εξουσία, το AKP θα συνεχίσει επίσης να προωθεί τις παραδοσιακά σκληρές πολιτικές του ενάντια στους Τούρκους-Κούρδους. Με το βλέμμα στη διατήρηση της εθνικής ασφάλειας της Τουρκίας μπροστά στην κουρδική μαχητικότητα εντός και εκτός των συνόρων της Τουρκίας, αυτή η σκληρή στάση, η οποία δούλεψε προς όφελος του κόμματος στις προηγούμενες εκλογές, θα μπορούσε να αποδώσει βραχυπρόθεσμα κέρδη ενώνοντας τη βάση του AKP. Ωστόσο, μια σκληρή επίθεση κατά των φιλοκουρδικών πολιτικών κομμάτων, όπως το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP), θα αποξενώσει τους νέους ψηφοφόρους, τους Κούρδους ψηφοφόρους ή τους απογοητευμένους υποστηρικτές του ΑΚΡ. Ως αποτέλεσμα, το κυβερνών κόμμα μπορεί να αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσει την προσέγγισή του στις σχέσεις του με τους Τούρκους-Κούρδους. Και πράγματι, υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να το κάνει, καθώς το ΑΚΡ εξετάζει για πρώτη φορά το ενδεχόμενο πραγματικών συνομιλιών με τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, τον για πολλά χρόνια φυλακισμένο ηγέτη της μαχητικής ομάδας του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος.
Επίσης, το AKP θα διαδραματίσει ρόλο στις έρευνες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο για την προώθηση του εθνικισμού. Αλλά και αυτό αναμφισβήτητα θα δυσαρεστήσει τη Δύση. Τους επόμενους μήνες, τουρκικές έρευνες θα πραγματοποιηθούν στη διεκδικούμενη Αποκλειστική Οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», όπως την αναφέρουν οι Αμερικάνοι, η οποία επικαλύπτει την ΑΟΖ της Κύπρου. Οι Βρυξέλλες, εν τω μεταξύ, στηρίζουν την αξίωση της Κύπρου στην περιοχή, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να κερδίσει τη στήριξη των Τούρκων, το ΑΚΡ θα ακολουθήσει επίσης βραχυπρόθεσμες λαϊκιστικές πολιτικές για να βοηθήσει να αντεπεξέλθουν σε ένα δύσκολο καλοκαίρι σε συνθήκες που έχουν χαρακτηριστικά ύφεσης. Αυτό πιθανότατα θα περιλαμβάνει βοήθεια σε τρόφιμα, η οποία θα υποβαθμίσει περαιτέρω το τι μπορούν να περιμένουν οι Τούρκοι αγρότες για τα προϊόντα τους, καθώς και τα καταστήματα λιανικής πώλησης και τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιήσουν τη λίρα, αντί για αμερικανικά δολάρια, για τις συναλλαγές τους.
Ωστόσο, η επαναλειτουργία της τουρκικής οικονομίας θα απαιτήσει πιθανώς μια περίοδο επώδυνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μέτρων λιτότητας – και όχι γρήγορες λύσεις. Μια πιο ασφαλής εκλογική θέση θα έδινε στην κυβέρνηση μεγαλύτερη ελευθερία να ξεκινήσει τέτοιες σαρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, αντιμετωπίζοντας την πιθανή απώλεια της δημαρχίας της Κωνσταντινούπολης στις 23 Ιουνίου, το AKP γνωρίζει ότι πρέπει να αντιμετωπίσει το πολιτικό χτύπημα από την προώθηση αντιλαϊκών μέτρων που θα συνεπαγόταν μια τέτοια κίνηση.
Ετσι, το AKP θα επιλέξει για τους επόμενους μήνες τη δοκιμασμένη συνταγή των εθνικιστικών πολιτικών, καθώς καταφέρνει να διατηρήσει τη δύναμη που έχει αφήσει για την αποτροπή εκλογικών δυσκολιών το 2023. Επίσης, αυτή η βραχυπρόθεσμη στρατηγική θα είναι τελικά κοντόφθαλμη, δημιουργώντας ακόμα χειρότερες συνθήκες για την οικονομία και πολλά προβλήματα για την κυβέρνηση.
Το γεωπολιτικό ινστιτούτο στην ανάλυσή του εξηγεί πως οι χειρισμοί του Ερντογάν για έλεγχο των εξουσιών είναι αυτοί που θα το οδηγήσουν στην πολιτική του κατάρρευση, αλλά και στην γενικότερη κατάσταση στην Τουρκία...
Παράλληλα, σε μια σύντομη αναφορά στην κυπριακή ΑΟΖ, το Stratfor εκτιμά πως η Τουρκία θα συνεχίσει να «κοντράρει» τη Δύση. Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός που αναφερόμενο στις έρευνες που θα γίνουν στην «ΑΟΖ» του ψευδοκράτους, το αμερικανικό ινστιτούτο το αναφέρει με την ονομασία «Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου», ονομασία που μόνο η Τουρκία έχει αναγνωρίσει.
Αξίζει να σημειωθεί πως η κατάρρευση του Ερντογάν δεν θα είναι απαραίτητα καλή για Ελλάδα-Κύπρο, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε νέα σύσφιξη των αμερικανοτουρκικών σχέσεων και εκ νέου αλλαγές στις συμμαχίες και τις ισορροπίες στην περιοχή.
Στις 31 Μαρτίου φάνηκε ότι το Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) πήρε με επιτυχία τον Δήμο της Κωνσταντινούπολης από το κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), το οποίο έχει οικονομικά και πολιτικά ισχυρή θέση για σχεδόν δύο δεκαετίες. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι είχε περίπου 14.000 περισσότερες ψήφους από τον αντίπαλό του, η νίκη του CHP δεν… κράτησε πολύ.
Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, το ΑΚΡ έκανε λόγο για νοθεία στις εκλογές, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η επανάληψή τους. Αν αντιμετωπίσει μία ακόμη ήττα στις εκλογές της 23ης Ιουνίου, το ΑΚΡ είναι πιθανό να επαναλάβει την τακτική αυτή – αποκαλύπτοντας πόσο μακριά θα μπορούσε να φτάσει για να διασφαλίσει ότι έχει τον έλεγχο της πόλης.
Η ήττα του AKP στη μάχη της δημαρχίας της 31ης Μαρτίου θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμεύσει ως προειδοποίηση και για την πτώση του κόμματος σε εθνικό επίπεδο. Δεν υπάρχει, λοιπόν, αμφιβολία ότι το AKP κοιτάζει τη μάχη της 23ης Ιουνίου με το βλέμμα στραμμένο στις προεδρικές εκλογές του 2023 και αναλύει την… απειλή του CHP. Αντιμετωπίζοντας αυτή την υπαρξιακή δυσκολία, το AKP θα χρησιμοποιήσει περισσότερα στοιχεία της εθνικιστικής ρητορικής και των λαϊκιστικών πολιτικών, οι οποίες ιστορικά έχουν βοηθήσει. Υπάρχει, όμως, και ο κίνδυνος να προκαλέσει μόνιμη ζημιά στην ήδη εύθραυστη οικονομία της Τουρκίας και στις σχέσεις της με τους ξένους.
Η υπόσχεση του ΑΚΡ για μια νέα προσέγγιση στην οικονομία της Τουρκίας είναι αυτό που αρχικά είχε φέρει το κόμμα στην εξουσία πριν από περίπου 20 χρόνια. Ετσι, η σημερινή επισφαλής οικονομική εικόνα της χώρας αποτελεί τώρα πρόβλημα για το κόμμα. Το απότομο εταιρικό χρέος, σε συνδυασμό με τη χαμηλή κατανάλωση, έχει «παγώσει» την επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα. Και ενώ έπεσε από το υψηλότερο σημείο που έφτασε το 2018, ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός σε πάνω από 18%, όπως και η ανεργία σε εθνικό επίπεδο στο 11%.
Τον Μάιο, η Τουρκία ανέφερε ρεκόρ εξαγωγών, αν και αυτό το φαινομενικά θετικό στοιχείο μετριάζεται από το γεγονός ότι αυτό οφείλεται στη χαμηλή αξία της τουρκικής λίρας. Κάποιοι ψηφοφόροι, απογοητευμένοι με την επιβράδυνση της οικονομίας της χώρας, απέρριψαν το κυβερνών κόμμα. Και το συναίσθημα αυτό αποτέλεσε έναν κύριο λόγο για τον οποίο το ΑΚΡ έχασε αρκετούς σημαντικούς σταθμούς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση τους τελευταίους μήνες, συμπεριλαμβανομένης και της δημαρχίας της Κωνσταντινούπολης.
Αντιμετωπίζοντας την απειλή της εξασθένησης της στήριξης και της δύσκολης μάχης για τη δημαρχία στην Κωνσταντινούπολη, το ΑΚΡ προσκολλάται τώρα στην εθνικιστική πολιτική και τη λαϊκιστική οικονομική πολιτική (καθώς έχουν αποδειχθεί δημοφιλείς στην εκλογική βάση του ΑΚΡ).
Με αυτόν τον τρόπο, το κόμμα θα συνεχίσει να βασίζεται στο μακροχρόνιο μήνυμά του ότι μόνο το ΑΚΡ μπορεί να εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα της Τουρκίας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, βοηθώντας το να διατηρήσει τον έλεγχο της κυβέρνησης αμέσως μετά τις εκλογές της 23ης Ιουνίου, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, η ρητορική και οι δράσεις τού «Πρώτα η Τουρκία» κινδυνεύουν να περιπλέξουν περαιτέρω την οικονομική κατάσταση και τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων της Αγκυρας μεταξύ ισχυρότερων δυνάμεων, όπως η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ, θα βοηθήσουν την κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του ΑΚΡ, να ασκήσει εσωτερική πολιτική εξουσία, τονίζοντας την πατριωτική της έκκληση. Τον Ιούλιο, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε ενδεχομένως να επισκεφθεί την Τουρκία για να συζητήσει τις αποκλίνουσες εθνικές πολιτικές των δύο χωρών σε θέματα, όπως η παγκόσμια επιρροή της Ρωσίας και η συριακή διαμάχη. Ωστόσο, σύμφωνα με την ανανεωμένη εθνικιστική στάση του ΑΚΡ, η Τουρκία δεσμεύεται να δώσει προτεραιότητα στα εθνικά της συμφέροντα έναντι οποιουδήποτε συμβιβασμού και θα επιμείνει στις θέσεις της – ανεξάρτητα από το πόσο δυσάρεστο είναι αυτό για την Ουάσιγκτον. Εντούτοις, η πρόκληση οποιασδήποτε διπλωματικής σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες κινδυνεύει να βλάψει την οικονομία, θέτοντας την Τουρκία σε κίνδυνο να αντιμετωπίσει κυρώσεις και δασμούς από τις ΗΠΑ – όπως έγινε πέρυσι.
Στην προσπάθεια για εξουσία, το AKP θα συνεχίσει επίσης να προωθεί τις παραδοσιακά σκληρές πολιτικές του ενάντια στους Τούρκους-Κούρδους. Με το βλέμμα στη διατήρηση της εθνικής ασφάλειας της Τουρκίας μπροστά στην κουρδική μαχητικότητα εντός και εκτός των συνόρων της Τουρκίας, αυτή η σκληρή στάση, η οποία δούλεψε προς όφελος του κόμματος στις προηγούμενες εκλογές, θα μπορούσε να αποδώσει βραχυπρόθεσμα κέρδη ενώνοντας τη βάση του AKP. Ωστόσο, μια σκληρή επίθεση κατά των φιλοκουρδικών πολιτικών κομμάτων, όπως το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP), θα αποξενώσει τους νέους ψηφοφόρους, τους Κούρδους ψηφοφόρους ή τους απογοητευμένους υποστηρικτές του ΑΚΡ. Ως αποτέλεσμα, το κυβερνών κόμμα μπορεί να αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσει την προσέγγισή του στις σχέσεις του με τους Τούρκους-Κούρδους. Και πράγματι, υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να το κάνει, καθώς το ΑΚΡ εξετάζει για πρώτη φορά το ενδεχόμενο πραγματικών συνομιλιών με τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, τον για πολλά χρόνια φυλακισμένο ηγέτη της μαχητικής ομάδας του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος.
Επίσης, το AKP θα διαδραματίσει ρόλο στις έρευνες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο για την προώθηση του εθνικισμού. Αλλά και αυτό αναμφισβήτητα θα δυσαρεστήσει τη Δύση. Τους επόμενους μήνες, τουρκικές έρευνες θα πραγματοποιηθούν στη διεκδικούμενη Αποκλειστική Οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», όπως την αναφέρουν οι Αμερικάνοι, η οποία επικαλύπτει την ΑΟΖ της Κύπρου. Οι Βρυξέλλες, εν τω μεταξύ, στηρίζουν την αξίωση της Κύπρου στην περιοχή, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Για να κερδίσει τη στήριξη των Τούρκων, το ΑΚΡ θα ακολουθήσει επίσης βραχυπρόθεσμες λαϊκιστικές πολιτικές για να βοηθήσει να αντεπεξέλθουν σε ένα δύσκολο καλοκαίρι σε συνθήκες που έχουν χαρακτηριστικά ύφεσης. Αυτό πιθανότατα θα περιλαμβάνει βοήθεια σε τρόφιμα, η οποία θα υποβαθμίσει περαιτέρω το τι μπορούν να περιμένουν οι Τούρκοι αγρότες για τα προϊόντα τους, καθώς και τα καταστήματα λιανικής πώλησης και τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιήσουν τη λίρα, αντί για αμερικανικά δολάρια, για τις συναλλαγές τους.
Ωστόσο, η επαναλειτουργία της τουρκικής οικονομίας θα απαιτήσει πιθανώς μια περίοδο επώδυνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μέτρων λιτότητας – και όχι γρήγορες λύσεις. Μια πιο ασφαλής εκλογική θέση θα έδινε στην κυβέρνηση μεγαλύτερη ελευθερία να ξεκινήσει τέτοιες σαρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, αντιμετωπίζοντας την πιθανή απώλεια της δημαρχίας της Κωνσταντινούπολης στις 23 Ιουνίου, το AKP γνωρίζει ότι πρέπει να αντιμετωπίσει το πολιτικό χτύπημα από την προώθηση αντιλαϊκών μέτρων που θα συνεπαγόταν μια τέτοια κίνηση.
Ετσι, το AKP θα επιλέξει για τους επόμενους μήνες τη δοκιμασμένη συνταγή των εθνικιστικών πολιτικών, καθώς καταφέρνει να διατηρήσει τη δύναμη που έχει αφήσει για την αποτροπή εκλογικών δυσκολιών το 2023. Επίσης, αυτή η βραχυπρόθεσμη στρατηγική θα είναι τελικά κοντόφθαλμη, δημιουργώντας ακόμα χειρότερες συνθήκες για την οικονομία και πολλά προβλήματα για την κυβέρνηση.