Η καταγγελία επιχειρηματία, ότι συνεργάτης του υπουργού Οικονομικών τού ζήτησε μίζα προκειμένου να του εγκρίνει αμοιβή για καταγγελία φοροδιαφυγής, δεν είναι δυνατόν να ευσταθεί, καθώς την έγκριση αυτή δεν την προβλέπει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, ανέφερε στη Βουλή η υφυπουργός Οικονομικών, Κατερίνα Παπανάτσιου, και επανέλαβε πως η υπόθεση αυτή θα κριθεί στη Δικαιοσύνη...
Από κει και πέρα, συμπλήρωσε, «το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση, και όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις, χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Απαντώντας σε σχετικά δημοσιεύματα, η κ. Παπανάτσιου διευκρίνισε πως η υπόθεση αφορά «διάταξη η οποία έχει ψηφιστεί το 2007 και η οποία προέβλεπε χορήγηση αμοιβής σε περίπτωση καταγγελίας από κάποιον για φοροδιαφυγή. Από την ψήφισή της και μετά, η συγκεκριμένη διάταξη δεν ενεργοποιήθηκε από καμία κυβέρνηση - ούτε και από τη δική μας την κυβέρνηση - καθώς δεν εκδόθηκε ποτέ η υπουργική απόφαση που θα καθόριζε τα θέματα και τις ειδικότερες λεπτομέρειες εφαρμογής της. Οι λόγοι είναι πολλοί και έχουν να κάνουν κυρίως με τη γενική διατύπωση της ρύθμισης του άρθρου 7 και 7β του ν. 3610/2007, που με τη σειρά της επιφέρει δυσκολία απόδειξης του ρόλου ενός καταγγέλλοντος, το ύψος της φοροδιαφυγής, των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για να εφαρμόσουν τις διαδικασίες και όλα τα υπόλοιπα. Άρα, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να εκδοθεί από το υπουργείο Οικονομικών, πράξη που να αφορά ατομικά τον καταγγέλλοντα ή οποιαδήποτε άλλη μεμονωμένη περίπτωση, εφόσον δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο. Επομένως, δεν υπήρχε καν το έδαφος για οποιαδήποτε συναλλαγή και απορούμε πώς μπαίνουν τέτοια ζητήματα», είπε η υφυπουργός Οικονομικών.
«Ο καταγγέλλων, είτε ατομικά είτε μέσω δικηγόρου του, έχει απευθυνθεί πάρα πολλές φορές στο υπουργείο Οικονομικών, την ΑΑΔΕ και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στην προσπάθειά του να δικαιωθεί δεν διστάζει να πετάξει λάσπη κατά συνεργάτη του υπουργού. Τον λόγο πλέον έχει η Δικαιοσύνη στην οποία προσέφυγε το γραφείο του υπουργού Οικονομικών, μόλις γνωστοποιήθηκε η καταγγελία. Δεν μας κάνει εντύπωση ότι η αντιπολίτευση και ο συνδεδεμένος με αυτήν Τύπος, αγωνιούν να αξιοποιήσουν καταγγελίες ανάλογες του επιπέδου τους», είπε η υφυπουργός Οικονομικών και προσέθεσε: «Το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση, και όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις, χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Η κ. Παπανάτσιου σχολίασε και τη στάση της αντιπολίτευσης στην αντιπαράθεση για το νυχτερινό τηλεφώνημα του επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη στον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο. «Είναι άξιο λόγου γιατί δεν φέρατε για συζήτηση το ότι μπορεί ο οποιοσδήποτε επιχειρηματίας να σηκώνει το τηλέφωνο και να παρεμβαίνει.
Από κει και πέρα, συμπλήρωσε, «το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση, και όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις, χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Απαντώντας σε σχετικά δημοσιεύματα, η κ. Παπανάτσιου διευκρίνισε πως η υπόθεση αφορά «διάταξη η οποία έχει ψηφιστεί το 2007 και η οποία προέβλεπε χορήγηση αμοιβής σε περίπτωση καταγγελίας από κάποιον για φοροδιαφυγή. Από την ψήφισή της και μετά, η συγκεκριμένη διάταξη δεν ενεργοποιήθηκε από καμία κυβέρνηση - ούτε και από τη δική μας την κυβέρνηση - καθώς δεν εκδόθηκε ποτέ η υπουργική απόφαση που θα καθόριζε τα θέματα και τις ειδικότερες λεπτομέρειες εφαρμογής της. Οι λόγοι είναι πολλοί και έχουν να κάνουν κυρίως με τη γενική διατύπωση της ρύθμισης του άρθρου 7 και 7β του ν. 3610/2007, που με τη σειρά της επιφέρει δυσκολία απόδειξης του ρόλου ενός καταγγέλλοντος, το ύψος της φοροδιαφυγής, των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για να εφαρμόσουν τις διαδικασίες και όλα τα υπόλοιπα. Άρα, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να εκδοθεί από το υπουργείο Οικονομικών, πράξη που να αφορά ατομικά τον καταγγέλλοντα ή οποιαδήποτε άλλη μεμονωμένη περίπτωση, εφόσον δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο. Επομένως, δεν υπήρχε καν το έδαφος για οποιαδήποτε συναλλαγή και απορούμε πώς μπαίνουν τέτοια ζητήματα», είπε η υφυπουργός Οικονομικών.
«Ο καταγγέλλων, είτε ατομικά είτε μέσω δικηγόρου του, έχει απευθυνθεί πάρα πολλές φορές στο υπουργείο Οικονομικών, την ΑΑΔΕ και τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στην προσπάθειά του να δικαιωθεί δεν διστάζει να πετάξει λάσπη κατά συνεργάτη του υπουργού. Τον λόγο πλέον έχει η Δικαιοσύνη στην οποία προσέφυγε το γραφείο του υπουργού Οικονομικών, μόλις γνωστοποιήθηκε η καταγγελία. Δεν μας κάνει εντύπωση ότι η αντιπολίτευση και ο συνδεδεμένος με αυτήν Τύπος, αγωνιούν να αξιοποιήσουν καταγγελίες ανάλογες του επιπέδου τους», είπε η υφυπουργός Οικονομικών και προσέθεσε: «Το υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να νομοθετεί και να εφαρμόζει διατάξεις που πράγματι χτυπούν τη φοροδιαφυγή, όπως έχει πια φανεί και από τη δημοσιονομική υπεραπόδοση, και όχι ανεφάρμοστες διατάξεις, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις, χωρίς κανένα αντίκρισμα».
Η κ. Παπανάτσιου σχολίασε και τη στάση της αντιπολίτευσης στην αντιπαράθεση για το νυχτερινό τηλεφώνημα του επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη στον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο. «Είναι άξιο λόγου γιατί δεν φέρατε για συζήτηση το ότι μπορεί ο οποιοσδήποτε επιχειρηματίας να σηκώνει το τηλέφωνο και να παρεμβαίνει.