Βασίλης
Δημ. Χασιώτης
«Το
πετρέλαιο, αδελφοί μου, είναι το ζωτικό νεύρο του πολιτισμού. Χωρίς
αυτό, ο σημερινός πολιτισμός, δεν έχει καμιά δυνατότητα να επιζήσει…»
Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ
(Jean-Jaques Servan Schreiber : Παγκόσμια Πρόκληση, εκδ. Ράπτης, σελ. 30)
Δεν
ξέρω αν ο πόλεμος της Συρίας αποτελεί την «κατάληξη» της «Αραβικής
Άνοιξης» ή την συνέχεια (αλλά φοβούμαι όχι και κατάληξη) του πολέμου του
Ιράκ, ή αν, πράγμα που δεν αποκλείεται καθόλου, «Αραβική Άνοιξη» και
Ιράκ, ουσιαστικά να αποτελούν δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, δηλαδή,
τον Επανασχεδιασμό του Χάρτη και των Ζωνών Επιρροής και Εκμετάλλευση της
Μέσης Ανατολής, η οποία, όλως «παρεμπιπτόντως», μπορεί να διαθέτει
μεγάλες ερήμους, όμως κάτω απ’ αυτές βρίσκεται ένας τεράστιος ορυκτός
πλούτος, που πλέον επεκτείνεται και στις ΑΟΖ των Χωρών της Μέσης
Ανατολής και Βορείου Αφρικής, δηλαδή, την Κεντρική και (επί του παρόντος
στο επίκεντρο των εξελίξεων) Ανατολική Μεσόγειο.
Όπως
στην περίπτωση του Ιράκ και της Αραβικής Άνοιξης, η «Δύση» (Ευρωπαϊκή
Ένωση και ΗΠΑ) διέγνωσε καταστάσεις «ανάρμοστες» προς τις «Δυτικές
Αξίες» και κυρίως ό,τι αφορά τα «Ανθρώπινα Δικαιώματα», και αφού
προηγούμενα κατασκεύασε γεγονότα εκεί όπου δεν ήταν δυνατόν να εξαχθούν
πραγματικά, όπως π.χ. στο Ιράν οι ......
«μυστικές βάσεις πυρηνικών όπλων» (οι
περίφημες φωτογραφίες που έδειχναν οι Αμερικανοί και οι οποίες όπως
αποδείχτηκε μοντάζ και προϊόν των δικών τους μυστικών υπηρεσιών), ή ό,τι
συνέβη στην Αίγυπτο ή ακόμα χειρότερα στη Λιβύη, την οποία αφού
διέλυσαν στην άφησαν στο έλεός της με την διεθνή κοινή γνώμη χωρίς να
ασχολείται έκτοτε με το τι συμβαίνει εκεί, έτσι κι εδώ, έχουμε μια
καταδρομική επιχείρηση, στην οποία βεβαίως, ουδείς πρέπει από τον
κατάλογο των επιδρομέων να ξεχνά να περιλάβει την Ρωσία και Τουρκία.
Αυτός ο πόλεμος, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα τελειώσει, ευχόμενος
μονάχα, μη τυχόν και εξελιχθεί σε σύγκρουση Ρωσίας - ΗΠΑ, διότι, τότε,
πολύ φοβούμαι πως τούτη τη σύρραξη δεν θα είναι παρά η αρχή μεγαλύτερων
δεινών για την Ανθρωπότητα.
Σε κάθε όμως περίπτωση, Συρία μετά το τέλος του πολέμου δεν θα είναι η Συρία που γνωρίζαμε.
Δεν
γνωρίζω αν θα διαμελισθεί σε μικρότερα ανεξάρτητα κράτη, αν τα κράτη
αυτά συγκροτήσουν ένα είδος χαλαρής ομοσπονδίας, ή απλώς η χώρα θα
διαιρεθεί σε διακεκριμένες «ζώνες επιρροής» μεταξύ των Δυνάμεων που
αύριο θα βρίσκονται εκεί και τυπικά ως Δυνάμεις Κατοχής (βεβαίως, με
έναν πολύ ποιο «εύηχο» τίτλο, π.χ. Δυνάμεις Ειρήνευσης ή κάτι τέτοιο)
και οι οποίες θα είναι : ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία και Τουρκία. (Η
Γερμανία ίσως σύντομα βιώσει το τι σημαίνει ενεργειακά να εξαρτάται
πλέον σε σημαντικό βαθμό από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και ακόμα χειρότερα
την Γαλλία!).
Εκείνο
όμως που μπορώ να περιγράψω από τώρα ΜΕ ΚΑΘΕ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ, είναι το τι θα
δούμε ΑΜΕΣΩΣ μετά την με οποιοδήποτε τρόπο «ειρήνευση», που θα είναι
και η εικόνα που θα αποκαλύψει και τα πραγματικά αίτια του πολέμου.
Θα είναι copy paste με ό,τι συνέβη στο Ιράκ.
Θα
φτάσει στο χώρο που σήμερα γνωρίζουμε ως Κράτος της Συρίας, ασφαλώς
πρώτο και καλύτερο το ΔΝΤ (με τις γνωστές του συνταγές, όπως εξασφάλιση
ότι δεν θα πάει τίποτα σε καμία κυβέρνηση αλλά όλα τα αξιόλογα
περιουσιακά στοιχεία θα δοθούν σε ιδιώτες, ότι το κράτος θα περιοριστεί
σε φιλανθρωπική δραστηριότητα και ασφαλώς ότι ο πληθυσμός θα παραμείνει
υπό το καθεστώς του σοκ όσο για όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αυτό θα
είναι δυνατό).
Θα
καταφτάσουν εταιρείες για να ανοικοδομήσουν ό,τι οι πολεμικές μηχανές
των χωρών από τις οποίες θα προέρχονται (και δεν θα είναι άλλες εξόν από
όσες μετείχαν στον πόλεμο) έχουν εν τω μεταξύ μεταβάλει σε ερείπια,
άλλες εταιρείες, πάντα από τις χώρες - εισβολής στη Συρία επίσης θα
καταφτάσουν για να αναλάβουν την «αξιοποίηση» των πλουτοπαραγωγικών
πόρων της χώρας, άλλες θα καταφτάσουν για να αναλάβουν την
«αναδιάρθρωση» των κατεστραμμένων υποδομών, άλλες για να «οργανώσουν
διοικητικά» το Κράτος ή τα Κράτη που θα σχηματιστούν στη θέση της
παλαιάς Συρίας, από τον «νέο» συριακό στρατό και τη «νέα» συριακή
αστυνομία, ίσαμε και το ποιά θα πρέπει να είναι η «νέα» διοικητική δομή
και του τελευταίου δήμου της χώρας και πώς θα γίνεται η αποκομιδή τους
πιο «αποτελεσματικά».
Και
πάνω απ’ όλα, θα εισάγουν οι ιερείς των «Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», που
εδώ και μερικές δεκαετίες ορίζονται σύμφωνα με τα όσα πρεσβεύει η
Νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, και την απαραίτητη «δημοκρατία» (των ανοικτών
και ελεύθερων αγορών ασφαλώς), όπως αυτή που βιώνει το Ιράκ, το
Αφγανιστάν, η Αίγυπτος και, αν είναι λιγότερο τυχερή, η δύσμοιρη αυτή
χώρα και ο λαός της θα μεταβληθεί σε μια νέα Λιβύη (πράγμα όμως που υπό
τις παρούσες συνθήκες δεν το θεωρώ ως την πλέον πιθανή εξέλιξη, όχι όμως
και αν οι «σταυροφόροι» της Διεθνούς Νομιμότητας δεν τα βρουν στη
«μοιρασιά», οπότε, καθόλου απίθανο να «λυβυοποιήσουν» τη χώρα, έως ότου
συμφωνήσουν στο ζήτημα της διαμοίρασης των συριακών ιματίων χωρίς να
φαγωθούν μεταξύ τους για τον λόγο αυτό).
Ας
μου επιτραπεί να κλείσω με ένα απόσπασμα άρθρου μου με τον τίτλο «Ο
πόλεμος στον Κόλπο από άλλη σκοπιά» που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό
«Οικονομικός Ταχυδρόμος» στις 7/3/1991, και στο οποίο έγραφα :
«Η
υπόθεση της ανάπτυξης των λαών (και όχι μόνο των Αράβων) αποτελεί μια
βραδυφλεγή φλόγα στα θεμέλια της δυτικής κοινωνίας. Αν σήμερα, όπως
πιστεύεται, ο πόλεμος στον Κόλπο δεν πρόκειται να «εξαχθεί» και σε άλλες
περιοχές της γης, οφείλεται αποκλειστικά σε ευτυχείς συγκυρίες, με
σπουδαιότερη όλων την σύμπνοια των δύο υπερδυνάμεων. Αλλά το ερώτημα
παραμένει : μέχρι πότε θ’ αντέξει η ειρήνη, όταν στηρίζεται σε ευτυχείς
συγκυρίες; Μέχρι πότε θα μπορούν οι δυτικές κοινωνίες, αυτό το
προνομιούχο και παμφάγο 20% του παγκόσμιου πληθυσμού (που καταναλώνει τα
4/5 των παγκόσμιων πρώτων υλών) να εξευρίσκει συμμάχους από το άλλο
80%; Πολύ σωστά οι Th. A. Couloumbis και J. W. Wolfe, (Th. A. Couloumbis – J. W. Wolfe : Εισαγωγή στις Διεθνείς Σχέσεις – Εξουσία και Δικαιοσύνη,
εκδ. Παπαζήσης, Σελ. 298-299) επισημαίνουν ότι «οι προσπάθειες αυτών
που διαμορφώνουν την εξωτερική πολιτική να κινητοποιήσουν τη λαϊκή
υποστήριξη για τους αντικειμενικούς τους στόχους πρέπει, επομένως, να
λαμβάνουν υπόψη τους την κοινωνική απόσταση που ο μέσος άνθρωπος
πιστεύει ότι υπάρχει ανάμεσα στο δικό του τρόπο ζωής και στην κοινωνία
που του ζητούν να υπερασπίσει ή να καταπολεμήσει». Μέχρι πότε η Δύση θα
μπορεί να «διαχειρίζεται» την παγκόσμια ειρήνη, όταν εκατοντάδες
εκατομμύρια στην Ασία, Αφρική, Λατινική Αμερική και Καραϊβική δεν έχουν
πόσιμο νερό, όταν εκατοντάδες εκατομμύρια είναι τυφλοί επειδή ξεδιψούν
σε μολυσμένα νερά, (Jean-Jaques Servan Schreiber : Παγκόσμια Πρόκληση,
εκδ. Ράπτης, σελ. 208) όταν δεκάδες εκατομμύρια παιδιά παθαίνουν από
την πείνα, όταν το 1967, η βιομηχανική παραγωγή σκυλοτροφών
αντιπροσώπευε για κάθε αμερικανικό σκύλο περίπου το μέσο εισόδημα των
Ινδών και άρα πολύ περισσότεροι από το εισόδημα του φτωχού Ινδού; (Ρενέ
Ντυμόν : Η Ουτοπία ή ο Θάνατος, εκδ. Ράππα, σελ. 72) Και
το κυριότερο, μέχρι πότε θα μπορέσει η Δύση να ελέγχει όλους αυτούς τους
δικτατορίσκους, τους οποίους η ίδια δημιουργεί, είτε ευθέως, είτε
εμμέσως (μέσω της δικής της ευθύνης για την υπανάπτυξη των φτωχών
χωρών); Πολύ ορθά, εδώ και 13 χρόνια ο Άγγελος Αγγελόπουλος τόνιζε : «οι
βιομηχανικές χώρες έχουν κάθε συμφέρον ν’ αρχίσουν διακρατικές
συνομιλίες, με βάση α αμοιβαία συμφέροντα, για να φθάσουν σε μια
παγκόσμια συμφωνία, που να δώσει εγκαίρως αποτελεσματικές λύσεις στα
μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα του κόσμου, τα οποία γίνονται κάθε μέρα πιο δύσκολα και πιο ανησυχητικά», (Αγγ. Αγγελόπουλος : Για μια νέα πολιτική διεθνούς αναπτύξεως,
εκδ. Παπαζήσης, σελ. 16) για να συνεχίσει : «…η ευημερία είναι μια
έννοια αδιαίρετη και… οι πλούσιες χώρες δεν θα μπορέσουν τελικά να
επιβιώσουν σαν νησίδες μέσα σε ένα ωκεανό φτώχειας» (ό.π., σελ. 128). Η
Δύση θα πρέπει να εκλογικεύσει το διεθνές οικονομικό και εμπορικό
σύστημα, πάνω απ’ όλα όμως, θα πρέπει να βελτιώσει τις συναισθηματικές
της κεραίες οι οποίες ευαισθητοποιούνται εύκολα προ ενός θνήσκοντος από
τη δίψα ζώου, αλλά καμώνεται ότι δεν γνωρίζει τίποτα για τις ανθρώπινες
τραγωδίες, που καταλήγουν σε καθημερινές εκατόμβες θανάτων πάνω στον
πλανήτη μας. Τι έγινε και πάψαμε ν’ ασχολούμαστε με την πείνα στην
Ινδία; Έπαψε να υπάρχει; Τι έγιναν εκείνα τα παιδιά με τις πρησμένες
κοιλιές από την πείνα στην Μπιάφρα και την Αιθιοπία; Λύθηκαν τα
προβλήματα; Πού βρίσκονται όλοι εκείνοι οι καλοζωισμένοι θρηνωδοί της
ανθρώπινης δυστυχίας, που με τα λόγια τους και τα έργα τους οίκτιραν το
δυτικό κόσμο για την αδιαφορία του; Ή μήπως θα έπρεπε να υπενθυμίσουμε
τα λόγια του G. Bouthoul : «Ποτέ θρηνωδοί, δεν γιατρέψανε κανένα άρρωστο…» (Gaston Bouthoul : Ο Πόλεμος, εκδ. Ι. Ν. Ζαχαρόπουλος, σελ. 74).
Γιατί
αναφέρω το παραπάνω απόσπασμα; Μα για να δείξω πόσο αδικαιολόγητα
αισιόδοξος ήμουν όταν έθετα το ερώτημα «μέχρι πότε;». Η απάντηση είναι
«έως ότου ανεχόμαστε την Αθλιότητα»... Εύχομαι, χωρίς όμως να το ελπίζω
τόσο, αυτό το «έως ότου» να βρίσκεται εντός του ορατού μέλλοντός μας,
και όχι του μέλλοντος των αγέννητων ακόμα γενεών...