Από τον Αλέξανδρο Ζέρβα
Υπό άλλες (κανονικές) συνθήκες ίσως και να ήταν απολύτως θεμιτή η προσδοκία πολλών κυβερνητικών στελεχών πως ενδεχόμενη αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στη Γερμανία θα αποτελούσε εφαλτήριο για ευρύτερη μετατόπιση των πραγμάτων στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Άλλωστε, όπως κι αν το δει κανείς, τη στάση της σημερινής γερμανικής ηγεσίας τα τελευταία χρόνια την έχουν πληρώσει πολύ ακριβά οι λαοί του ευρωπαϊκού νότου κι όχι μόνο...
Βέβαια, το κατά πόσο τα δεδομένα θα αλλάξουν ουσιωδώς, εφόσον στα τέλη Σεπτέμβρη... ο Μάρτιν Σουλτς επικρατήσει της Άνγκελα Μέρκελ, είναι κάτι που μένει να αποδειχτεί στην πράξη. Ας μην ξεχνάμε, ήταν επί ηγεσίας του σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ, όταν η Γερμανία απέκτησε το «συγκριτικό πλεονέκτημα» εντός της (Ενωμένης κατά τ’ άλλα) Ευρώπης, προχωρώντας σε μια άνευ προηγουμένου εσωτερική υποτίμηση. Πως το πέτυχε αυτό; Μα προφανώς θεσπίζοντας τα λεγόμενα mini jobs, δημιουργώντας στρατιές από εκατομμύρια εργαζομένους των 400 ευρώ. Κάπως έτσι βρήκαν τόσο η Άνγκελα Μέρκελ όσο κι Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αρκετά «στρωμένη κατάσταση», προκειμένου να επιτύχουν σταδιακά την επέκταση της «συντεταγμένης φτωχοποίησης» και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Και το ευρώ, όπως έχουν καταλάβει πλέον όλοι, υπήρξε το ιδανικό εργαλείο.
Από την άλλη, ακόμη και μια τέτοια ανάλυση στην περίπτωση της Ελλάδας μοιάζει να είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Κι αυτό γιατί οι εκάστοτε μνημονιακές κυβερνήσεις, αδυνατώντας πολλές φορές να υπερασπιστούν στοιχειωδώς τις όποιες «κόκκινες γραμμές» τους, επιχειρούσαν κάθε φορά να βρουν κάποιον «από μηχανής θεό» εντός του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου. Κάποιον δηλαδή που θα δημιουργούσε την ψευδαίσθηση του «συμμάχου» του πολύπαθου ελληνικού λαού, ενώ παράλληλα θα προσέφερε αφήγημα σε όσους καλούνταν κάθε φορά να λάβουν το πολιτικό κόστος της επιβολής νέων (όλο και πιο) επώδυνων μέτρων.
Καθ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν, πρώτα είδαμε να βαφτίζεται «φιλέλληνας» ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ. Αργότερα, αρκετοί ήταν αυτοί που επένδυσαν στην Κριστίν Λαγκάρντ, ποντάροντας στην πάγια θέση του ΔΝΤ για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Ας μην ξεχνάμε επιπλέον τη «βοήθεια» που παρείχε όλο το προηγούμενο διάστημα ο Φρανσουά Ολάντ στον Αλέξη Τσίπρα, την ίδια στιγμή που κάποιοι εμφάνιζαν το Μάριο Ντράγκι ή ακόμη και την ίδια την Άνγκελα Μέρκελ να αντιτίθενται στην στρατηγική του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Τα αποτελέσματα της «στήριξης» όλων των παραπάνω στον ελληνικό λαό είναι δυστυχώς ευρέως γνωστά. Και μετά από επτά συναπτά χρόνια συνεχούς εξαθλίωσης, δεν ξέρω πόσοι έχουν απομείνει πια να πιστεύουν σε «πολιτικές διαπραγματεύσεις» ή σε επικείμενες «αλλαγές συσχετισμών στην Ευρώπη». Αντιθέτως, έχω την αίσθηση ότι όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν πια πως η έξοδος από το βαθύ οικονομικό τέλμα δεν ήταν, ούτε θα είναι ποτέ δυνατό να επιτευχθεί με «ξένες πλάτες».
Όσο θετικά, λοιπόν, κι αν αποτιμώνται από ορισμένους οι προεκλογικές επιθέσεις του SPD καθώς και μερίδας του γερμανικού τύπου στο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για τη στάση του στο ελληνικό ζήτημα, είναι δεδομένο πως πρέπει να κρατάμε πια πολύ μικρό καλάθι. Εκτός κι αν έχει κανείς την ψευδαίσθηση πως ο Μάρτιν Σουλτς θα ήταν διατεθειμένος να θυσιάσει τα συμφέροντα του οικονομικού κατεστημένου της χώρας του (λέγε με Deutsche Bank) για χάρη της άρσης της ευρωλιτότητας. Κι είναι δεδομένο πως το συγκεκριμένο οικονομικό κατεστημένο, είτε με τη Μέρκελ, είτε με το Σόιμπλε, είτε με το Σουλτς, είτε με οποιονδήποτε άλλον, θα αναζητήσει τρόπο να ολοκληρώσει το πλιάτσικο, που ξεκίνησε πριν επτά χρόνια.
*Πηγή: tvxs.gr