[Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το Rproject, υπάρχουν κάθετες διαφωνίες ως προς το ζήτημα της αυτοκάθαρσης του χώρου των ΜΚΟ που τίθεται από τον αρθρογράφο Γιάννη Νικολόπουπουλο, από κει και πέρα όμως περιέχει πληροφορίες για μερικές ΜΚΟ που είναι ανάγκη να τις γνωρίζουν όλ@]
Του Γιάννη Νικολόπουλου
Σε σειρά άρθρων, το Rproject έχει στηλιτεύσει το γεγονός ότι στις πλάτες της προσφυγιάς παίζεται ένα επαίσχυντο, οικονομικό και επιχειρηματικό παιχνίδι από επαγγελματίες φιλάνθρωπους – με τα λεφτά των…
άλλων – και επιχειρηματίες..., ο καθένας εκ των οποίων συστήνεται ή αυτοπροβάλλεται πια και ως humanitarian entrepreneur (ανθρωπιστής επιχειρηματίας, στα νέα ελληνικά).
Μέσω της ίδρυσης ΜΚΟ χωρίς διαπιστευτήρια, «προϋπηρεσία» και απτές αποδείξεις διαχρονικής και αποτελεσματικής δράσης υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της καταπολέμησης των διακρίσεων, της φτώχειας, της πείνας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, κατά το κοινώς λεγόμενο, βλέπουν φως και μπαίνουν αυθαίρετα και αδιάκριτα στο λεγόμενο «πεδίο» ανακούφισης και στήριξης των προσφυγικών πληθυσμών, εκμεταλλευόμενοι – αυτοί οι… ανθρωπιστές επιχειρηματίες – την ηθελημένη απουσία του κράτους, τη φανερή προτίμηση των ευρωπαίων αξιωματούχων και «εταίρων» σε ένα μοντέλο ιδιωτικοποίησης των βασικών τομέων κοινωνικής πρόνοιας και μέριμνας και την αδικαιολόγητη σιωπή, για παράδειγμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μπροστά στο φαινόμενο αυτό.
Μια πρόσφατη ανταπόκριση από τη Λέσβο πιστοποιεί ότι η ανθρωπιστική επιχειρηματικότητα τείνει να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και ακολουθεί περίεργες οδούς και διακλαδώσεις δράσης. Τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίζονται και δραστηριοποιούνται ΜΚΟ όπως εκείνη του (Έλληνα) εφοπλιστή Μ. Π. (τα πλήρη στοιχεία του είναι στη διάθεση μας), η οποία διεκδικεί ρόλο στις ιδιότυπες «διασώσεις» προσφύγων, οι οποίες ως γνωστόν γίνονται όχι στη θάλασσα, όπου πλέον επιχειρούν αποκλειστικά τα περιπολικά σκάφη της Frontex, αλλά με την άφιξη των βαρκών ή των άλλων πλωτών μέσων σε παραλίες του νησιού.
Επίσης, η ίδια ΜΚΟ του ίδιου «ανθρωπιστή επιχειρηματία» διεκδικεί τη «συνδιαχείριση» της καθημερινής λειτουργίας των καταυλισμών στο Καρά Τεπέ και τη Μόρια, ειδικά στο σκέλος της επάνδρωσης της ασφάλειας. Γιατί; Επειδή σαν κερασάκι στην τούρτα αυτής της… ανθρωπιστικής δράσης προκύπτουν οι παράλληλες δραστηριότητες και η στελέχωση των κλιμακίων της ΜΚΟ. Βασική αποστολή παρακλαδιών της δεν είναι η ανακούφιση των προσφύγων στη Λέσβο, αλλά η στρατολόγηση και η αποστολή μισθοφόρων στα καταστρώματα δεξαμενόπλοιων και εμπορικών πλοίων, τα οποία παραπλέουν το Κέρας της Αφρικής και ταξιδεύουν στα Στενά του Άντεν, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό Ωκεανό. Η ένοπλη φρουρά στα καταστρώματα βρίσκεται εκεί, προκειμένου να αποτρέψει ή να αναχαιτίσει τις επιδρομές Σομαλών κυρίως πειρατών, οι οποίοι επιχειρούν καταλήψεις των πλοίων, απαιτώντας κατόπιν από τις πλοιοκτήτριες εταιρίες, λύτρα για το πλήρωμα ή την αξία των εμπορευμάτων. Τα κλιμάκια της ΜΚΟ, τα οποία δραστηριοποιούνται στη Λέσβο στελεχώνονται και με βετεράνους των ένοπλων, μισθοφορικών ομάδων.
Τι δουλειά έχουν πρώην οπλοφόροι εφοπλιστών σε «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ εξηγείται πλέον και από τη συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής και τις δεσμεύσεις, τις οποίες ανέλαβε η Ελλάδα, ώστε να μετατραπεί σημαντικό τμήμα της επικράτειας σε εκτεταμένο και μεγάλο χοτ σποτ, με πολλά στρατόπεδα κράτησης και μακροχρόνιου εγκλεισμού. Σε αυτό το πλαίσιο οι ανθρωποφύλακες, οι κάθε είδους σεκιουριτάδες και δεσμοφύλακες είναι πιο… «απαραίτητοι», για παράδειγμα, από γιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς, διερμηνείς, μαγείρους και νοσηλευτές. Αυτό είναι και το πραγματικό πρόσωπο του στρατιωτικού ανθρωπισμού, που υπηρετεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, πρώτα με τη λογική της ανάθεσης στις ένοπλες δυνάμεις και το Γενικό Επιτελείο Στρατού, του κεντρικού ρόλου στην προσφυγική κρίση και κατόπιν με το άνοιγμα της κάνουλας των ευρωπαϊκών κονδυλίων προς τις διάφορες «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ με διαμεσολαβητές εν αρχή τους συναρμόδιους υπουργούς Άμυνας και Μεταναστευτικής Πολιτικής και εν συνεχεία τους συνταγματάρχες – διοικητές των χοτ σποτ, όπως το εγχώριο, κατεπείγον και εξαιρετικό νομικό πλαίσιο επιτάσσει. Μια κατάσταση και ένα πεδίο δόξης λαμπρόν για κάθε σκοτεινή συναλλαγή και συνδιαλλαγή.
Με αυτά τα δεδομένα, νομίζω ότι ήρθε η ώρα και ΜΚΟ και φορείς όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να κάνουν την, ας την πούμε, εσωτερική αυτοκάθαρση του ευρύτερου χώρου τους και να τερματίσουν έμπρακτα και με σθένος, την οποιαδήποτε καπηλεία του ρόλου τους, την οποιαδήποτε πιθανή «συνεργασία» και συνύπαρξη με ημι-στρατιωτικές και επιχειρηματικές ΜΚΟ, που μοναδικό σκοπό έχουν να βγάλουν υπερκέρδη από τις κρατικές και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, τις απευθείας αναθέσεις και τις εργολαβίες. Καμιά δικαιολογία του τύπου «και αυτές οι ΜΚΟ »βοηθούν» στοιχειωδώς ή ποικιλότροπα τους πρόσφυγες» δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στη στυγνή εκμετάλλευση, την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση και την ιδιωτικοποίηση του προσφυγικού.
Από την άλλη πλευρά, ουδέν νεώτερον υπάρχει από την εκπόνηση των σχετικών μητρώων του ελληνικού κράτους, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, στα οποία – υποτίθεται ότι – θα συμπεριλαμβάνονταν μόνο όσες ΜΚΟ δραστηριοποιούνται, λειτουργούν και χρηματοδοτούνται με – υποτιθέμενα – αυστηρά κριτήρια διαφάνειας, λογοδοσίας, στελέχωσης και αποτελεσματικότητας. Όσο παραμένει και αυτή η εκκρεμότητα, τόσο θα φύονται σαν τα μανιτάρια, ΜΚΟ – σφραγίδες με επιζήμιο και κοστοβόρο ρόλο και έργο πρώτα και κύρια για τους ίδιους τους προσφυγικούς πληθυσμούς.
Του Γιάννη Νικολόπουλου
Σε σειρά άρθρων, το Rproject έχει στηλιτεύσει το γεγονός ότι στις πλάτες της προσφυγιάς παίζεται ένα επαίσχυντο, οικονομικό και επιχειρηματικό παιχνίδι από επαγγελματίες φιλάνθρωπους – με τα λεφτά των…
άλλων – και επιχειρηματίες..., ο καθένας εκ των οποίων συστήνεται ή αυτοπροβάλλεται πια και ως humanitarian entrepreneur (ανθρωπιστής επιχειρηματίας, στα νέα ελληνικά).
Μέσω της ίδρυσης ΜΚΟ χωρίς διαπιστευτήρια, «προϋπηρεσία» και απτές αποδείξεις διαχρονικής και αποτελεσματικής δράσης υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της καταπολέμησης των διακρίσεων, της φτώχειας, της πείνας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, κατά το κοινώς λεγόμενο, βλέπουν φως και μπαίνουν αυθαίρετα και αδιάκριτα στο λεγόμενο «πεδίο» ανακούφισης και στήριξης των προσφυγικών πληθυσμών, εκμεταλλευόμενοι – αυτοί οι… ανθρωπιστές επιχειρηματίες – την ηθελημένη απουσία του κράτους, τη φανερή προτίμηση των ευρωπαίων αξιωματούχων και «εταίρων» σε ένα μοντέλο ιδιωτικοποίησης των βασικών τομέων κοινωνικής πρόνοιας και μέριμνας και την αδικαιολόγητη σιωπή, για παράδειγμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μπροστά στο φαινόμενο αυτό.
Μια πρόσφατη ανταπόκριση από τη Λέσβο πιστοποιεί ότι η ανθρωπιστική επιχειρηματικότητα τείνει να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και ακολουθεί περίεργες οδούς και διακλαδώσεις δράσης. Τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίζονται και δραστηριοποιούνται ΜΚΟ όπως εκείνη του (Έλληνα) εφοπλιστή Μ. Π. (τα πλήρη στοιχεία του είναι στη διάθεση μας), η οποία διεκδικεί ρόλο στις ιδιότυπες «διασώσεις» προσφύγων, οι οποίες ως γνωστόν γίνονται όχι στη θάλασσα, όπου πλέον επιχειρούν αποκλειστικά τα περιπολικά σκάφη της Frontex, αλλά με την άφιξη των βαρκών ή των άλλων πλωτών μέσων σε παραλίες του νησιού.
Επίσης, η ίδια ΜΚΟ του ίδιου «ανθρωπιστή επιχειρηματία» διεκδικεί τη «συνδιαχείριση» της καθημερινής λειτουργίας των καταυλισμών στο Καρά Τεπέ και τη Μόρια, ειδικά στο σκέλος της επάνδρωσης της ασφάλειας. Γιατί; Επειδή σαν κερασάκι στην τούρτα αυτής της… ανθρωπιστικής δράσης προκύπτουν οι παράλληλες δραστηριότητες και η στελέχωση των κλιμακίων της ΜΚΟ. Βασική αποστολή παρακλαδιών της δεν είναι η ανακούφιση των προσφύγων στη Λέσβο, αλλά η στρατολόγηση και η αποστολή μισθοφόρων στα καταστρώματα δεξαμενόπλοιων και εμπορικών πλοίων, τα οποία παραπλέουν το Κέρας της Αφρικής και ταξιδεύουν στα Στενά του Άντεν, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό Ωκεανό. Η ένοπλη φρουρά στα καταστρώματα βρίσκεται εκεί, προκειμένου να αποτρέψει ή να αναχαιτίσει τις επιδρομές Σομαλών κυρίως πειρατών, οι οποίοι επιχειρούν καταλήψεις των πλοίων, απαιτώντας κατόπιν από τις πλοιοκτήτριες εταιρίες, λύτρα για το πλήρωμα ή την αξία των εμπορευμάτων. Τα κλιμάκια της ΜΚΟ, τα οποία δραστηριοποιούνται στη Λέσβο στελεχώνονται και με βετεράνους των ένοπλων, μισθοφορικών ομάδων.
Τι δουλειά έχουν πρώην οπλοφόροι εφοπλιστών σε «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ εξηγείται πλέον και από τη συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής και τις δεσμεύσεις, τις οποίες ανέλαβε η Ελλάδα, ώστε να μετατραπεί σημαντικό τμήμα της επικράτειας σε εκτεταμένο και μεγάλο χοτ σποτ, με πολλά στρατόπεδα κράτησης και μακροχρόνιου εγκλεισμού. Σε αυτό το πλαίσιο οι ανθρωποφύλακες, οι κάθε είδους σεκιουριτάδες και δεσμοφύλακες είναι πιο… «απαραίτητοι», για παράδειγμα, από γιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς, διερμηνείς, μαγείρους και νοσηλευτές. Αυτό είναι και το πραγματικό πρόσωπο του στρατιωτικού ανθρωπισμού, που υπηρετεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, πρώτα με τη λογική της ανάθεσης στις ένοπλες δυνάμεις και το Γενικό Επιτελείο Στρατού, του κεντρικού ρόλου στην προσφυγική κρίση και κατόπιν με το άνοιγμα της κάνουλας των ευρωπαϊκών κονδυλίων προς τις διάφορες «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ με διαμεσολαβητές εν αρχή τους συναρμόδιους υπουργούς Άμυνας και Μεταναστευτικής Πολιτικής και εν συνεχεία τους συνταγματάρχες – διοικητές των χοτ σποτ, όπως το εγχώριο, κατεπείγον και εξαιρετικό νομικό πλαίσιο επιτάσσει. Μια κατάσταση και ένα πεδίο δόξης λαμπρόν για κάθε σκοτεινή συναλλαγή και συνδιαλλαγή.
Με αυτά τα δεδομένα, νομίζω ότι ήρθε η ώρα και ΜΚΟ και φορείς όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να κάνουν την, ας την πούμε, εσωτερική αυτοκάθαρση του ευρύτερου χώρου τους και να τερματίσουν έμπρακτα και με σθένος, την οποιαδήποτε καπηλεία του ρόλου τους, την οποιαδήποτε πιθανή «συνεργασία» και συνύπαρξη με ημι-στρατιωτικές και επιχειρηματικές ΜΚΟ, που μοναδικό σκοπό έχουν να βγάλουν υπερκέρδη από τις κρατικές και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, τις απευθείας αναθέσεις και τις εργολαβίες. Καμιά δικαιολογία του τύπου «και αυτές οι ΜΚΟ »βοηθούν» στοιχειωδώς ή ποικιλότροπα τους πρόσφυγες» δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στη στυγνή εκμετάλλευση, την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση και την ιδιωτικοποίηση του προσφυγικού.
Από την άλλη πλευρά, ουδέν νεώτερον υπάρχει από την εκπόνηση των σχετικών μητρώων του ελληνικού κράτους, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, στα οποία – υποτίθεται ότι – θα συμπεριλαμβάνονταν μόνο όσες ΜΚΟ δραστηριοποιούνται, λειτουργούν και χρηματοδοτούνται με – υποτιθέμενα – αυστηρά κριτήρια διαφάνειας, λογοδοσίας, στελέχωσης και αποτελεσματικότητας. Όσο παραμένει και αυτή η εκκρεμότητα, τόσο θα φύονται σαν τα μανιτάρια, ΜΚΟ – σφραγίδες με επιζήμιο και κοστοβόρο ρόλο και έργο πρώτα και κύρια για τους ίδιους τους προσφυγικούς πληθυσμούς.