«Δεν υπάρχει μέλλον
χωρίς μνήμη». Τάδε έφη Ζακ Ντελόρ (Γάλλος πολιτικός και τέως πρόεδρος της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής) και ο λόγος του αυτός επαληθεύεται από τη σημερινή Ελλάδα
που δίχως να έχει ξεχάσει τόσο τις πρώτες δεκαετίες του 20Ου αιώνα
όσο και τα αποτελέσματα της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922, έρχεται
αντιμέτωπη με ένα ‘νέο’ προσφυγικό ζήτημα τη στιγμή που διανύει περίοδο
οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και που χωρίς αμφιβολία οδεύει προς την
καταστροφή.
Κοινή γνώμη αποτελεί ότι για την τραγική κατάσταση στην Ειδομένη με τον υπερμεγέθη αριθμό προσφύγων που βρίσκονται εγκλωβισμένοι, ευθύνεται κατά κύριο λόγο η Τουρκία, οι ‘γραφειοκράτες των Βρυξελλών’ και άλλοι. Πραγματικός υπαίτιος όμως για την απάνθρωπη μεταχείριση των ανθρώπων αυτών και τον εγκλωβισμό τους είναι η ίδια η Κυβέρνηση. Ο λόγος μπορεί να εντοπιστεί στο Διεθνές Δίκαιο. Σύμφωνα λοιπόν με τους διεθνείς κανόνες δικαίου κυρίαρχο είναι κάθε κράτος, το οποίο έχει τον πλήρη έλεγχο των υποθέσεών του εντός των συνόρων του. Πάνω σε αυτό στηρίζεται άλλωστε και η αρχή pacta sunt servanda (οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται), καθώς τα κράτη είναι αδύνατον να απαλλαγούν από τη διεθνή ευθύνη επικαλούμενα διάφορους ισχυρισμούς που σχετίζονται με εσωτερικές καταστάσεις, δυσκολίες, οργανωτικές αδυναμίες κ.α. Όταν λοιπόν πρόκειται να ληφθούν διεθνείς αποφάσεις, κάθε ‘κυρίαρχη’ χώρα έχουσα υπ’ όψιν ότι η διεθνής ζωή είναι γεμάτη από ‘κακούς’ φροντίζει να διασφαλίσει το εθνικό της συμφέρον, πόσο μάλλον όταν είναι εξοπλισμένη με veto!!!
Κοινή γνώμη αποτελεί ότι για την τραγική κατάσταση στην Ειδομένη με τον υπερμεγέθη αριθμό προσφύγων που βρίσκονται εγκλωβισμένοι, ευθύνεται κατά κύριο λόγο η Τουρκία, οι ‘γραφειοκράτες των Βρυξελλών’ και άλλοι. Πραγματικός υπαίτιος όμως για την απάνθρωπη μεταχείριση των ανθρώπων αυτών και τον εγκλωβισμό τους είναι η ίδια η Κυβέρνηση. Ο λόγος μπορεί να εντοπιστεί στο Διεθνές Δίκαιο. Σύμφωνα λοιπόν με τους διεθνείς κανόνες δικαίου κυρίαρχο είναι κάθε κράτος, το οποίο έχει τον πλήρη έλεγχο των υποθέσεών του εντός των συνόρων του. Πάνω σε αυτό στηρίζεται άλλωστε και η αρχή pacta sunt servanda (οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται), καθώς τα κράτη είναι αδύνατον να απαλλαγούν από τη διεθνή ευθύνη επικαλούμενα διάφορους ισχυρισμούς που σχετίζονται με εσωτερικές καταστάσεις, δυσκολίες, οργανωτικές αδυναμίες κ.α. Όταν λοιπόν πρόκειται να ληφθούν διεθνείς αποφάσεις, κάθε ‘κυρίαρχη’ χώρα έχουσα υπ’ όψιν ότι η διεθνής ζωή είναι γεμάτη από ‘κακούς’ φροντίζει να διασφαλίσει το εθνικό της συμφέρον, πόσο μάλλον όταν είναι εξοπλισμένη με veto!!!
Το 2014 λοιπόν, οι παράνομοι μετανάστες
που εισήλθαν στην Ιταλία ήταν 107.816 (68%/) και στην Ελλάδα 50.561 (32%). Το
Μάιο του 2015 αποφασίζεται στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και
Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) της ΕΕ, που έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα και ισχύει
η ομοφωνία, η ανάπτυξη ναυτικής επιχείρησης της ΕΕ στην Κεντρική και Δυτική
Μεσόγειο (EUNAVFOR Operation Sophia) με σκοπό τον περιορισμό των
μεταναστευτικών ροών που εκκινούσαν κυρίως από τη Λιβύη. Σε πρώτη φάση στα
καθήκοντά της περιλαμβάνονταν η επιτήρηση και σε δεύτερη φάση (μετά τον
Οκτώβριο 2015) ακόμη και η καταστροφή των βάσεων παράνομων διακινητών εντός των
χωρικών υδάτων της Λιβύης (!!!). Στο τέλος του 2015, μισό μόλις χρόνο από την
ανάπτυξη της επιχείρησης, οι παράνομοι μετανάστες που εισήλθαν στην Ιταλία ήταν
153.842 (25%) και στην Ελλάδα 853.650 (75%) ενώ οι αντίστοιχοι αριθμοί το 2016
ήταν 9.087 (7%) και 126.166 (93%). Η
Ελλάδα με Υπουργούς της τον Κοτζιά και τον Καμμένο ψήφισε υπέρ της εγκαθίδρυσης
της αποστολής αυτής, και δη την απαγόρευση έλευσης μεταναστών από τη Λιβύη. Η
απόφασή της αυτή φάνηκε αποτελεσματική για την Ιταλία, αλλά εξαιρετικά
καταστροφική για την Ελλάδα, καθώς επήλθε η συσσώρευση μεταναστευτικών ροών στο
Αιγαίο. Το ερώτημα που αναδύεται είναι εύλογο. Για ποιο λόγο προέβησαν στην
ψήφιση της συγκεκριμένης απόφασης τη στιγμή που θα μπορούσαν να ασκήσουν veto;
Ο εγκλωβισμός λοιπόν όλων των προσφύγων
στην Ειδομένη είναι αποτέλεσμα αφελούς πολιτικής της Κυβέρνησης. Την ίδια
στιγμή όμως, η Ευρώπη υψώνει τείχη και εθνικιστικά κινήματα κάνουν δυναμικά την
επάνοδό τους. Είναι εμφανές ότι η Ευρώπη έχει πλέον διχαστεί και διανύει
περίοδο ανθρωπιστικής κρίσης.
Εάν ανατρέξουμε σε ιστορικά γεγονότα θα
αντικρίσουμε μία τελείως διαφορετική όψη της Ευρώπης. Πιο συγκεκριμένα, η
Δυτική Ευρώπη υπήρξε ιστορικά χώρος ασύλου για χιλιάδες πρόσφυγες. Αυτό
οφειλόταν στο εξελιγμένο σύστημα ασύλου που διέθετε, στην αναγνώριση
δικαιωμάτων στη Δικαστική Προστασία των προσφύγων κ.α. Γενικότερα υπήρξε πόλος
έλξης χιλιάδων προσφύγων λόγω του κράτους πρόνοιας. Σύμφωνα με τη σύμβαση της
Γενεύης του 1951 και την τροποποίηση της το 1967 οι πρόσφυγες, δηλαδή όσοι
κινδυνεύουν από τη χώρα τους για οποιοδήποτε λόγο πρέπει όχι μόνο να γίνουν
δεκτοί αλλά και να απολαύσουν πληθώρα δικαιωμάτων από το κράτος που τους
φιλοξενεί (διαμονή, εκπαίδευση, εργασία κ.α.) μέχρι να περάσει ένα συγκεκριμένο
χρονικό διάστημα και να επιτευχθεί η πλήρης ενσωμάτωσή τους στη νέα τους χώρα.
Παρ’ όλα αυτά, η Ευρώπη παρουσιάζει σήμερα απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους
ένα τελείως διαφορετικό πρόσωπο. Αυτό είναι και η απόδειξη της επανεμφάνισης
του εθνικισμού, ο οποίος στηρίζεται στο λαϊκισμό. Και καθώς μια τέτοια πολιτική
είναι αδύνατο να υπάρξει χωρίς αντίπαλο, τα εθνικιστικά κινήματα ονομάζουν τους
πρόσφυγες ‘επικίνδυνους’ και ‘περιττούς’.
Το κύριο θέμα που πρέπει όμως να
διευθετηθεί από την Ε.Ε. είναι το ποιοι είναι πραγματικά πρόσφυγες και ποιοι
όχι. Είναι αλήθεια ότι όλα τα δικαιώματα που προαναφέρθηκαν αντιστοιχούν μόνο
σε πρόσφυγες και όχι σε παράνομους μετανάστες. Ήρθε η ώρα λοιπόν, να διαχωρίσουμε με ακρίβεια τον πρόσφυγα ,
με τον οικονομικό μετανάστη, να προωθήσουμε κοινές πολιτικές ασύλου, να
ανοίξουμε τα σύνορα για όλους, καθώς θα προσφέρουν στην Ευρώπη, είτε ως
επιστήμονες, είτε ως εργάτες. Είναι επιτακτική η ανάγκη για την Ευρώπη
να σχεδιάσει μια κοινή πολιτική που θα μετατρέψει την μετανάστευση σε ευκαιρία
για οικονομική πρόοδο και θα μετριάσει την πίεση από την παράνομη
μετανάστευση... Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα προοδεύσει η ηθική και θα ενθαρρυνθεί
το δημοκρατικό πνεύμα που πρέπει να διαπνέει την Ε.Ε.
Μοναδικός τρόπος επομένως για την αντιμετώπιση αυτής της
κρίσης που τορπιλίζει τα ιδανικά και τις αξίες της Ευρώπης αποτελεί ο
ανθρωπισμός και η δημοκρατία. Ας ελπίσουμε λοιπόν σε μια Ευρώπη που δε θα δρα
αυταρχικά και μονομερώς κλείνοντας τα σύνορά της αλλά σε μια Ευρώπη που
αποφεύγοντας τον στρουθοκαμηλισμό θα προτείνει ορθές λύσεις πρόληψης και
θεραπείας για το ζήτημα των προσφύγων.
Δάφνη Λιαπάτη
Φοιτήτρια Νομικής
Δάφνη Λιαπάτη
Φοιτήτρια Νομικής