Γράφει η Κωνσταντίνα Π.
Ετερώνυμα, κάπου το έχω ξανακούσει αυτό. Είναι όρος στα μαθηματικά, αλλά για εμάς που είχαμε επιλέξει τη θεωρητική κατεύθυνση στο σχολείο κι οι γνώσεις μας φτάνουν μέχρι πρόσθεση κι αφαίρεση έχει προνοήσει κάποιος; Να ξεσκονίσουμε τα παλιά βιβλία μαθηματικών ή να τα βάλουμε πιο βαθιά στην ντουλάπα και να συνεχίσουμε τα «Περί έρωτος» του Πλάτωνα;....
Πιστεύοντας ότι θα βρούμε το άλλο μας μισό που μας στέρησε ο κακός Δίας με τον κεραυνό του.
Αντιθέσεις και κόντρα· τα μεγαλύτερα αφροδισιακά, διαφορετικότητα και μαγεία. Εσύ house, εγώ jazz, εσύ καλοκαίρι εγώ φθινόπωρο, εσύ μπίρα, εγώ κρασί, εσύ γερμανικά, εγώ γαλλικά και πάει λέγοντας. Τι μαγεία! Ποτέ δε βαριόμασταν, πάντα είχαμε να λέμε, να καβγαδίζουμε και να ξαναλέμε μέχρι να τελειώσει η κανάτα του γαλλικού και τα τσιγάρα, αλλά ακόμα κι όταν τελείωναν δεν κωλώναμε εμείς, φτιάχναμε νες και καπνίζαμε άφιλτρα, δε μας ένοιαζε ούτε ο πονόλαιμος ούτε η αϋπνία, είχαμε αντισώματα και διαύγεια από το πάθος εμείς.
Όλα τα είχαμε εμείς και αρχίδια είχαμε εμείς μαζί με κάτι στοίβες άπλυτα πιάτα που δεν έπλενα ποτέ στη σειρά μου, γιατί ήξερα ότι θα το κάνει ο ψυχαναγκασμός σου, η πλάκα είναι ότι πάντα το έκανε. Ο ίδιος ψυχαναγκασμός που δε με άφηνε να κάνω ψιχουλάκια στο κρεβάτι και να ανεβαίνω με τα παπούτσια στον καναπέ. Αυτά βέβαια ήταν μόνο η αρχή μετά ήρθαν τα ζόρια.
Ικαρία, τάβλι και φραπέ εγώ, Πάρο, candy crush και freddo εσύ. Πάλι καλά που τα βρίσκαμε με το trivial. Κάπως έτσι έφυγε η γοητεία της κόντρας, η λαχτάρα να ρουφήξεις καθετί διαφορετικό κι έρχονται οι φράσεις του τύπου «να ήσουν λίγο διαφορετική,» «να έβαζες μια τάξη σε αυτό το αχούρι,» «να ξύπναγες πιο νωρίς,» «να μαγείρευες κάτι που με έχεις πεθάνει στο σουβλάκι και άδειασε επιτέλους αυτά τα τασάκια».
Ηχορύπανση είχες καταντήσει, αλλά κι εγώ μήπως ήμουν καλύτερη; Ακόμα θυμάμαι αυτά που έλεγα «να ήταν λιγότερο φλώρος,» «να έπαιζε τάβλι,» «να μην πήγαινε σε αυτά τα άθλια μαγαζιά» τα ξέρεις και εσύ, αυτά που κάνει η βενζίνη δεκαπέντε ευρώ κι είναι ασφυκτικά γεμάτα από γκομενίτσες με αόρατα φορέματα και εκνευριστικά γελάκια.
Όσο αυτές αντιπροσώπευαν τη χαρά της ζωής, τόσο εγώ αντιπροσώπευα τη θλίψη του διαβόλου, μπορεί να φταίει που είμαι υπερβολική από τη φύση μου. Από τη μία λοιπόν τα χαριτωμένα γελάκια κι από την άλλη τα βιβλία που αυτοκτονούσαν από τη βιβλιοθήκη κάθε φορά που οι αντιθέσεις μας έπνιγαν. Σ’ αυτό το ειρηνικό κλίμα δε θα μπορούσαν να λείπουν οι συστάσεις από τους ευγενικούς γείτονες: «τι θα γίνει θα σκάσετε να κοιμηθούμε;».
Ζύγισες λοιπόν τα πράγματα, θα σε εκνεύρισε και καμία άπλυτη κούπα στο νεροχύτη και πήρες μια από αυτές τις γκομενίτσες μαζί με τη βαλίτσα που είχαμε στο πάνω ντουλάπι, αυτό που δε φτάνω ποτέ. Την είχαμε βάλει εκεί για τα ταξίδια που θα κάναμε οι δύο μας αυτά που σχεδιάζαμε στις πέντε το πρωί μεταξύ των συζητήσεων περί κομμουνισμού και αθεΐας.
Μαζί της πήρες και το μισό σπίτι, λογικά τώρα θα σχεδιάζεις ταξίδι στην tomorrowland για να κοπανιέσαι όλη μέρα, ε και; Εγώ θα πάω Κούβα για να αράζω όλη μέρα. «Καθείς εφ’ ω ετάχθη», ήμαστε της θεωρητικής εμείς μας κέρδισαν τα «Περί έρωτος» του Πλάτωνα.
Δίκιο έχουν τελικά οι φίλοι μαθηματικοί ότι τα ετερώνυμα έλκονται, αλλά η έλξη έχει ημερομηνία λήξης και μοιάζει με πείραμα. Αναμοχλεύονται τα αρώματα μέσα σε μπουκάλια, το μείγμα αντιδρά κι εκρήγνυται τόσο απλά.
Η έκρηξη είναι φαντασμαγορική, αλλά διαρκεί μόνο για μια στιγμή, δυνατή στιγμή μεν αλλά μια δε, ενώ τα ομώνυμα είναι στο ίδιο μπουκάλι για όσο χρειαστεί, δε δημιουργούν καμία απολύτως έκρηξη, κρατιούνται χεράκι-χεράκι και στο τέλος μπαίνουν στο ίδιο κουτί, στο ψηλότερο ράφι της ντουλάπας για ασφάλεια.
Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη
www.pillowfights.gr
Ετερώνυμα, κάπου το έχω ξανακούσει αυτό. Είναι όρος στα μαθηματικά, αλλά για εμάς που είχαμε επιλέξει τη θεωρητική κατεύθυνση στο σχολείο κι οι γνώσεις μας φτάνουν μέχρι πρόσθεση κι αφαίρεση έχει προνοήσει κάποιος; Να ξεσκονίσουμε τα παλιά βιβλία μαθηματικών ή να τα βάλουμε πιο βαθιά στην ντουλάπα και να συνεχίσουμε τα «Περί έρωτος» του Πλάτωνα;....
Πιστεύοντας ότι θα βρούμε το άλλο μας μισό που μας στέρησε ο κακός Δίας με τον κεραυνό του.
Αντιθέσεις και κόντρα· τα μεγαλύτερα αφροδισιακά, διαφορετικότητα και μαγεία. Εσύ house, εγώ jazz, εσύ καλοκαίρι εγώ φθινόπωρο, εσύ μπίρα, εγώ κρασί, εσύ γερμανικά, εγώ γαλλικά και πάει λέγοντας. Τι μαγεία! Ποτέ δε βαριόμασταν, πάντα είχαμε να λέμε, να καβγαδίζουμε και να ξαναλέμε μέχρι να τελειώσει η κανάτα του γαλλικού και τα τσιγάρα, αλλά ακόμα κι όταν τελείωναν δεν κωλώναμε εμείς, φτιάχναμε νες και καπνίζαμε άφιλτρα, δε μας ένοιαζε ούτε ο πονόλαιμος ούτε η αϋπνία, είχαμε αντισώματα και διαύγεια από το πάθος εμείς.
Όλα τα είχαμε εμείς και αρχίδια είχαμε εμείς μαζί με κάτι στοίβες άπλυτα πιάτα που δεν έπλενα ποτέ στη σειρά μου, γιατί ήξερα ότι θα το κάνει ο ψυχαναγκασμός σου, η πλάκα είναι ότι πάντα το έκανε. Ο ίδιος ψυχαναγκασμός που δε με άφηνε να κάνω ψιχουλάκια στο κρεβάτι και να ανεβαίνω με τα παπούτσια στον καναπέ. Αυτά βέβαια ήταν μόνο η αρχή μετά ήρθαν τα ζόρια.
Ικαρία, τάβλι και φραπέ εγώ, Πάρο, candy crush και freddo εσύ. Πάλι καλά που τα βρίσκαμε με το trivial. Κάπως έτσι έφυγε η γοητεία της κόντρας, η λαχτάρα να ρουφήξεις καθετί διαφορετικό κι έρχονται οι φράσεις του τύπου «να ήσουν λίγο διαφορετική,» «να έβαζες μια τάξη σε αυτό το αχούρι,» «να ξύπναγες πιο νωρίς,» «να μαγείρευες κάτι που με έχεις πεθάνει στο σουβλάκι και άδειασε επιτέλους αυτά τα τασάκια».
Ηχορύπανση είχες καταντήσει, αλλά κι εγώ μήπως ήμουν καλύτερη; Ακόμα θυμάμαι αυτά που έλεγα «να ήταν λιγότερο φλώρος,» «να έπαιζε τάβλι,» «να μην πήγαινε σε αυτά τα άθλια μαγαζιά» τα ξέρεις και εσύ, αυτά που κάνει η βενζίνη δεκαπέντε ευρώ κι είναι ασφυκτικά γεμάτα από γκομενίτσες με αόρατα φορέματα και εκνευριστικά γελάκια.
Όσο αυτές αντιπροσώπευαν τη χαρά της ζωής, τόσο εγώ αντιπροσώπευα τη θλίψη του διαβόλου, μπορεί να φταίει που είμαι υπερβολική από τη φύση μου. Από τη μία λοιπόν τα χαριτωμένα γελάκια κι από την άλλη τα βιβλία που αυτοκτονούσαν από τη βιβλιοθήκη κάθε φορά που οι αντιθέσεις μας έπνιγαν. Σ’ αυτό το ειρηνικό κλίμα δε θα μπορούσαν να λείπουν οι συστάσεις από τους ευγενικούς γείτονες: «τι θα γίνει θα σκάσετε να κοιμηθούμε;».
Ζύγισες λοιπόν τα πράγματα, θα σε εκνεύρισε και καμία άπλυτη κούπα στο νεροχύτη και πήρες μια από αυτές τις γκομενίτσες μαζί με τη βαλίτσα που είχαμε στο πάνω ντουλάπι, αυτό που δε φτάνω ποτέ. Την είχαμε βάλει εκεί για τα ταξίδια που θα κάναμε οι δύο μας αυτά που σχεδιάζαμε στις πέντε το πρωί μεταξύ των συζητήσεων περί κομμουνισμού και αθεΐας.
Μαζί της πήρες και το μισό σπίτι, λογικά τώρα θα σχεδιάζεις ταξίδι στην tomorrowland για να κοπανιέσαι όλη μέρα, ε και; Εγώ θα πάω Κούβα για να αράζω όλη μέρα. «Καθείς εφ’ ω ετάχθη», ήμαστε της θεωρητικής εμείς μας κέρδισαν τα «Περί έρωτος» του Πλάτωνα.
Δίκιο έχουν τελικά οι φίλοι μαθηματικοί ότι τα ετερώνυμα έλκονται, αλλά η έλξη έχει ημερομηνία λήξης και μοιάζει με πείραμα. Αναμοχλεύονται τα αρώματα μέσα σε μπουκάλια, το μείγμα αντιδρά κι εκρήγνυται τόσο απλά.
Η έκρηξη είναι φαντασμαγορική, αλλά διαρκεί μόνο για μια στιγμή, δυνατή στιγμή μεν αλλά μια δε, ενώ τα ομώνυμα είναι στο ίδιο μπουκάλι για όσο χρειαστεί, δε δημιουργούν καμία απολύτως έκρηξη, κρατιούνται χεράκι-χεράκι και στο τέλος μπαίνουν στο ίδιο κουτί, στο ψηλότερο ράφι της ντουλάπας για ασφάλεια.
Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη
www.pillowfights.gr