Επιστολή του Κώστα Βαξεβάνη σε Οργανώσεις για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την Ελευθερία του Τύπου
Ο έλληνας Υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος, ανακοίνωσε πριν μερικές μέρες πως ετοιμάζει αλλαγή των νόμων που αφορούν τις διώξεις δημοσιογράφων. Έδωσε μάλιστα ο ίδιος στη νομοθετική του πρωτοβουλία, μέσω συνεντεύξεων, τον τίτλο “νομοθέτημα για την ελευθερία του Τύπου”. Από όσα όμως περιέγραψε.... προκύπτει πως μάλλον ο κύριος Υπουργός έχει τη διάθεση να παίξει με τις λέξεις αλλά όχι να αλλάξει τα απαρχαιωμένα ελληνικά νομοθετήματα που ποινικοποιούν τη δημοσιογραφία και τιμωρούν όποιον έχει το θάρρος να πει την αλήθεια.
Με εξαίρεση το γεγονός πως ο Υπουργός Δικαιοσύνης ανακοίνωσε πως αλλάζει κομμάτι του νόμου για τις αγωγές εναντίον του Τύπου που τα ίδια τα δικαστήρια εδώ και χρόνια δεν εφαρμόζουν επειδή κρίνουν πως είναι αντισυνταγματικός, στο κομμάτι που αφορά την ποινικοποίηση της δημοσιογραφίας, κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Ο Υπουργός προτίθεται να θεσπίσει τη “μετάνοια του δημοσιογράφου” δηλαδή την παύση της δίωξης αν ο δημοσιογράφος ανακαλέσει όσα έγραψε. Το θέμα στην Ελλάδα όμως δεν είναι ότι οι δημοσιογράφοι αδικούν αυτούς για τους οποίους γράφουν ώστε να είναι λύση η αποκατάσταση, αλλά πως δεν γράφουν, σιωπούν και όταν γράφουν τιμωρούνται μέσα από νομικές διαδικασίες που τους εξουθενώνουν και τους κρατούν σε ομηρία.
Στην Ελλάδα, αν οποιοσδήποτε μηνύσει κάποιον δημοσιογράφο για κάτι που έγραψε, ακόμη και αν είναι αληθές αυτό, το νομικό πλαίσιο προβλέπει την αυτόφωρη σύλληψή του με χειροπέδες και την παραπομπή του σε άμεση δίκη. Ούτε αυτή την παράλογη και εξευτελιστική διαδικασία δεν αλλάζει ο κύριος Υπουργός. Αλλά η ουσία δεν είναι εκεί. Η συκοφαντική δυσφήμηση είναι ποινικό αδίκημα στην Ελλάδα. Από μόνο του αυτό είναι ίσως μια νομική επιλογή και κομμάτι ενός νομικού πολιτισμού. Ας δούμε όμως τι πραγματικά συμβαίνει. Στη χώρα λειτουργεί ένα σύστημα διαφθοράς που αγκαλιάζει την κοινωνική και πολιτική ζωή. Ένα τρίγωνο διαφθοράς κυβερνά τη χώρα: Ολιγάρχες που ορίζουν τα πάντα και παρανομούν, πολιτικοί που τους καλύπτουν και ο Τύπος ο οποίος επειδή ανήκει σε αυτούς τους ολιγάρχες δεν ασκεί το ρόλο του. Αποτέλεσμα όλης αυτής της λειτουργίας είναι η δημοσιογραφία να έχει μετατραπεί σε ένα μουσειακό και διακοσμητικό είδος χωρίς να επιτελεί τις περισσότερες φορές ενημέρωση και έλεγχο υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Δεν πρόκειται για προσωπικές μόνο διαπιστώσεις αλλά για κοινό μυστικό. Το χτύπημα αυτής της διάρθρωσης της διαφθοράς και του ρόλου χειραγώγησης που παίζει ο Τύπος, ήταν από τις σημαίες της προεκλογικής καμπάνιας του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Με αυτές τις δεσμεύσεις βγήκε πρωθυπουργός.
Όσοι δημοσιογράφοι έχουν αποφασίσει να παραμείνουν ανεξάρτητοι, συνθλίβονται από το νομικό πλαίσιο που υπάρχει. Τους διώκουν συνεχώς, τους κρατούν σε ομηρία και τους εξουθενώνουν οικονομικά ακόμη και αν καταλήξουν να αθωωθούν. Τα δημόσια πρόσωπα (συνήθως πολιτικοί και ολιγάρχες) οι οποίοι εμφανίζονται στα δημοσιεύματα αρνούνται να απαντήσουν σε όσα γράφει ο δημοσιογράφος, πράγμα το οποίοι είναι υποχρέωση η οποία προκύπτει από το δημόσιο ρόλο τους. Αντιθέτως κάνουν μηνύσεις και αντιστρέφουν την πραγματικότητα εμφανίζοντας όχι τον εαυτό τους ως ελεγχόμενο, αλλά τον δημοσιογράφο ο οποίος μετατρέπεται σε μία μέρα σε υπόδικο και συκοφάντη. “Μήνυσα το συκοφάντη μου” είναι η συχνή απάντηση για όσα έχουν γραφτεί για αυτούς.
Οι Εισαγγελίες στις οποίες φτάνουν οι μηνύσεις, ποτέ δεν τις απορρίπτουν ακόμη και όταν βλέπουν ποιά είναι η αλήθεια, γιατί κανένας δεν επιλέγει να τα βάλει με ισχυρά πρόσωπα. Έτσι τις στέλνουν στις αίθουσες του δικαστηρίου. Μετά από αναβολές που κρατάνε χρόνια, ο δημοσιογράφος αφού ταλαιπωρηθεί μπορεί να αθωωθεί έχοντας πληρώσει χιλιάδες ευρώ σε δικηγόρους και δικαστικές παραστάσεις. Έτσι οι ολιγάρχες χρησιμοποιούν το σύνηθες όπλο τους, τα χρήματα, ενάντια στη δημοσιογραφία. Η αθώωση του δημοσιογράφου που έχει γράψει την αλήθεια δεν είναι απαραίτητα η τελική κατάληξη. Στην Ελλάδα υπάρχει ένα διεφθαρμένο σύστημα Δικαιοσύνης που σπάνια καταδικάζει κάποιον ισχυρό. Ήδη το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, ελέγχει τέτοια περιστατικά διαφθοράς. Σε μία πρόσφατη περίπτωση που αφορά τον επιχειρηματία και πρώην τραπεζίτη Βγενόπουλο τον οποίο οι Κυπριακές Αρχές κατηγορούν πως έριξε έξω την Οικονομία της Κύπρου μέσα από δανειοδοτήσεις φίλων του και επιχειρήσεών του, οι έλληνες Εισαγγελείς ήταν στο στάδιο να ασκήσουν διώξεις εναντίον του μετά από έρευνα, όταν παρενέβη ανώτερος Εισαγγελέας και αφαίρεσε την δικογραφία από τους εισαγγελείς που έκαναν την έρευνα. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η αθώωση του δημοσιογράφου που λέει την αλήθεια δεν είναι κάτι δεδομένο.
Αυτή η κατάσταση που επικρατεί χρόνια και δημιουργείται από την ποινικοποίηση της δημοσιογραφίας έχει οδηγήσει στο να μηνύονται δημοσιογράφοι όχι για έρευνες ή ρεπορτάζ αλλά ακόμη και για άρθρα που γράφουν. Η άποψη σε πολλές περιπτώσεις έχει μετατραπεί σε ποινικό αδίκημα. Όσοι δημοσιογράφοι καταδικάζονται στην Ελλάδα και προσφεύγουν στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια, στο σύνολό τους σχεδόν αθωώνονται. Έχουν όμως ήδη εξουθενωθεί ίσως και καταστραφεί. Η λειτουργία του ελληνικού νόμου και κυρίως οι δικαστικές αποφάσεις που βγαίνουν επειδή έχει παγιωθεί μια κατάσταση διαφθοράς, είναι ενάντια σε όσα προβλέπει το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Διεθνείς οργανώσεις όπως η δικιά σας, έχουν καταγγείλει την ποινικοποίηση της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα και έχουν ζητήσει την κατάργηση της συκοφαντικής δυσφήμησης ως ποινικό αδίκημα στέλνοντας μάλιστα στον Υπουργό Νίκο Παρασκευόπουλο τις προτάσεις τους και το αίτημα για αποποινικοποίηση της δημοσιογραφίας. Ο Υπουργός θεώρησε πως αντί να αλλάξει το μεσαιωνικό καθεστώς, μπορεί να το βαφτίσει διαφορετικά και να αφήσει τη διαφθορά στα νύχια της διαφθοράς και της διαπλοκής. Θεσμοθετεί μάλιστα ως “προοδευτικό” μέτρο την υπογραφή δήλωσης μετανοίας του δημοσιογράφου. Δηλαδή, δίνει στο δημοσιογράφο ένα παράθυρο σωτηρίας που περνά μέσα από την υποταγή του.
Όσα σας γράφω θα έπρεπε κανονικά να είναι αιτήματα των δημοσιογραφικών οργανώσεων στη χώρα και μια συνεχή τους διαμαρτυρία. Δυστυχώς όμως η κατάσταση που επικρατεί στο δημοσιογραφικό κόσμο είναι ακριβώς ένα κομμάτι του προβλήματος. Μόνο η παρέμβαση των οργανώσεων που παλεύουν για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την ελευθερία του Τύπου, μπορεί να αλλάξει την κατάσταση στην Ελλάδα αφού όσοι νομοθετούν ή είναι διεφθαρμένοι ή εγκλωβισμένοι σε μια άσχημη πραγματικότητα χρόνων που έχει αποκτήσει την ισχύ αλήθειας.
Κώστας Βαξεβάνης