Πέντε βασικά βήματα για την ανθρωπολογική ανάλυση του σκελετού που βρέθηκε στον τύμβο Καστά πρέπει να γίνουν προκειμένου να αποκαλυφθεί ποιος τελικά είναι ο νεκρός του ταφικού μνημείου της Αμφίπολης...
Εν συνεχεία δε, επιστήμονες κρίνουν πως πρέπει να γίνει η εργαστηριακή ανάλυση DNA για να συσχετιστεί με το γενετικό προφίλ των νεκρών των Βασιλικών τάφων της Βεργίνας. Έτσι, θα υπάρχουν ασφαλή συμπεράσματα.
Με την ονοματολογία να οργιάζει, για το σε ποιόν πραγματικά ανήκει ο σκελετός που βρέθηκε στον τάφο της Αμφίπολης, οι αρχαιολόγοι και οι επιστήμονες συνιστούν ψυχραιμία και αναφέρουν πώς πρέπει να γίνουν ειδικές αναλύσεις για να δοθούν απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα.
Ο ανθρωπολόγος-ανατόμος δρ. Θεόδωρος Αντίκας, ο επιστήμονας που έκανε την αξονική τομογραφία στα οστά του Φιλίππου αναφέρει τα πέντε βήματα που πρέπει να γίνουν για να προσδιοριστεί σε ποιον ανήκει ο σκελετός στο μνημείο της Αμφίπολης.
(1) Θα πρέπει λοιπόν να γίνει προσεκτικός καθαρισμός των οστών από ξένες ουσίες, ανόργανες ή οργανικές, (2) να γίνει καταγραφή τους σε βάση δεδομένων, με κωδικό αριθμό -όλων των οστών και θραυσμάτων (μέχρι 1 γραμμάριο) και με περίπου 4.000 φωτογραφίες, που αφορούν σε όλα τα οστά, κάθε αρθρική επιφάνεια και εν συνεχεία (3) προσεκτική ανθρωπολογική εξέταση τους για να βρεθεί το φύλο, η ηλικία, το ύψος και ει δυνατόν, η αιτία θανάτου.
(4) Οι μορφολογικές αλλοιώσεις στα οστά -εάν είναι καμμένα, γιατί ο σκελετός έχεις 206 οστά και όταν καεί γίνονται περισσότερα από 1.000 θραύσματα, με χαρακτηριστικές αλλοιώσεις στο χρώμα, στις ρωγματώσεις τους, τα οποία δείχνουν άν έγινε η καύση. Εάν δεν υπάρχει καύση, γίνεται πάλι μελέτη της επιφάνειας των οστών, γιατί μπορεί να έχει ξένα, μη οστέινα υλικά επάνω του (όπως στην περίπτωση του τάφου του Φιλίππου με τον χουντίτη).
(5) Αφού γίνουν οι αναλύσεις και βρεθούν τα στοιχεία -φύλο, ηλικία, ύψος, παθολογία αιτία θανάτου κλπ- γίνονται πρόσθετες αναλύσεις, όπως, των σταθερών ισοτόπων, που δίνουν στοιχεία περίπου για τη διατροφή του, τον τόπο στον οποίον έζησε ο νεκρός, η ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα 14 που δείχνει κατά προσέγγιση πόσο έζησε ο νεκρός και η ανάλυση αρχαίου DNA, η οποία δυστυχώς δεν έχει γίνει ποτέ στον τόπο μας.
Για την ανάλυση DNA πρέπει οι αρχαιολόγοι να απευθυνθούν σε εξειδικευμένα εργαστήρια του εξωτερικού, ενώ κάποιοι επιστήμονες, όπως ο διευθυντής του εργαστηρίου «Δημόκριτος» και υπεύθυνος του εργαστηρίου αρχαιομετρίας Γιάννης Μανιάτης επισημαίνουν πώς η εργαστηριακή ανάλυση DNA του σκελετικού υλικού που βρέθηκε στον τύμβο Καστά θα πρέπει να συσχετιστεί με το γενετικό προφίλ των νεκρών των Βασιλικών τάφων της Βεργίνας.
Μια τέτοια σύγκριση θα μπορούσε να δώσει πληροφορίες σε σχέση με την καταγωγή του νεκρού της Αμφίπολης. Σύμφωνα με τον κύριο Μανιάτη, αν δεν διαπιστωθεί συγγένεια του «ενοίκου» της Αμφίπολης με τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας, το γενετικό του προφίλ μπορεί να δώσει πληροφορίες σε σχέση με ανάλογες εργαστηριακές αναλύσεις που έχουν γίνει σε σύγχρονους αλλά και παλαιότερους πληθυσμούς, όπως το γενετικό υλικό ανθρώπινων σκελετών της νεολιθικής εποχής.
Το θέμα όμως είναι πώς οι διαδικασίες αυτές είναι χρονοβόρες, κάτι που σημαίνει ότι οι απαντήσεις για την ταυτότητα του νεκρού που βρέθηκε στην Αμφίπολη μπορεί να πάρουν σίγουρα κάποιους μήνες. Το λιγότερο 2-3 μήνες.
Εν συνεχεία δε, επιστήμονες κρίνουν πως πρέπει να γίνει η εργαστηριακή ανάλυση DNA για να συσχετιστεί με το γενετικό προφίλ των νεκρών των Βασιλικών τάφων της Βεργίνας. Έτσι, θα υπάρχουν ασφαλή συμπεράσματα.
Με την ονοματολογία να οργιάζει, για το σε ποιόν πραγματικά ανήκει ο σκελετός που βρέθηκε στον τάφο της Αμφίπολης, οι αρχαιολόγοι και οι επιστήμονες συνιστούν ψυχραιμία και αναφέρουν πώς πρέπει να γίνουν ειδικές αναλύσεις για να δοθούν απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα.
Ο ανθρωπολόγος-ανατόμος δρ. Θεόδωρος Αντίκας, ο επιστήμονας που έκανε την αξονική τομογραφία στα οστά του Φιλίππου αναφέρει τα πέντε βήματα που πρέπει να γίνουν για να προσδιοριστεί σε ποιον ανήκει ο σκελετός στο μνημείο της Αμφίπολης.
(1) Θα πρέπει λοιπόν να γίνει προσεκτικός καθαρισμός των οστών από ξένες ουσίες, ανόργανες ή οργανικές, (2) να γίνει καταγραφή τους σε βάση δεδομένων, με κωδικό αριθμό -όλων των οστών και θραυσμάτων (μέχρι 1 γραμμάριο) και με περίπου 4.000 φωτογραφίες, που αφορούν σε όλα τα οστά, κάθε αρθρική επιφάνεια και εν συνεχεία (3) προσεκτική ανθρωπολογική εξέταση τους για να βρεθεί το φύλο, η ηλικία, το ύψος και ει δυνατόν, η αιτία θανάτου.
(4) Οι μορφολογικές αλλοιώσεις στα οστά -εάν είναι καμμένα, γιατί ο σκελετός έχεις 206 οστά και όταν καεί γίνονται περισσότερα από 1.000 θραύσματα, με χαρακτηριστικές αλλοιώσεις στο χρώμα, στις ρωγματώσεις τους, τα οποία δείχνουν άν έγινε η καύση. Εάν δεν υπάρχει καύση, γίνεται πάλι μελέτη της επιφάνειας των οστών, γιατί μπορεί να έχει ξένα, μη οστέινα υλικά επάνω του (όπως στην περίπτωση του τάφου του Φιλίππου με τον χουντίτη).
(5) Αφού γίνουν οι αναλύσεις και βρεθούν τα στοιχεία -φύλο, ηλικία, ύψος, παθολογία αιτία θανάτου κλπ- γίνονται πρόσθετες αναλύσεις, όπως, των σταθερών ισοτόπων, που δίνουν στοιχεία περίπου για τη διατροφή του, τον τόπο στον οποίον έζησε ο νεκρός, η ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα 14 που δείχνει κατά προσέγγιση πόσο έζησε ο νεκρός και η ανάλυση αρχαίου DNA, η οποία δυστυχώς δεν έχει γίνει ποτέ στον τόπο μας.
Για την ανάλυση DNA πρέπει οι αρχαιολόγοι να απευθυνθούν σε εξειδικευμένα εργαστήρια του εξωτερικού, ενώ κάποιοι επιστήμονες, όπως ο διευθυντής του εργαστηρίου «Δημόκριτος» και υπεύθυνος του εργαστηρίου αρχαιομετρίας Γιάννης Μανιάτης επισημαίνουν πώς η εργαστηριακή ανάλυση DNA του σκελετικού υλικού που βρέθηκε στον τύμβο Καστά θα πρέπει να συσχετιστεί με το γενετικό προφίλ των νεκρών των Βασιλικών τάφων της Βεργίνας.
Μια τέτοια σύγκριση θα μπορούσε να δώσει πληροφορίες σε σχέση με την καταγωγή του νεκρού της Αμφίπολης. Σύμφωνα με τον κύριο Μανιάτη, αν δεν διαπιστωθεί συγγένεια του «ενοίκου» της Αμφίπολης με τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας, το γενετικό του προφίλ μπορεί να δώσει πληροφορίες σε σχέση με ανάλογες εργαστηριακές αναλύσεις που έχουν γίνει σε σύγχρονους αλλά και παλαιότερους πληθυσμούς, όπως το γενετικό υλικό ανθρώπινων σκελετών της νεολιθικής εποχής.
Το θέμα όμως είναι πώς οι διαδικασίες αυτές είναι χρονοβόρες, κάτι που σημαίνει ότι οι απαντήσεις για την ταυτότητα του νεκρού που βρέθηκε στην Αμφίπολη μπορεί να πάρουν σίγουρα κάποιους μήνες. Το λιγότερο 2-3 μήνες.