Το να τρώει το φαγητό της ήταν ένα είδος ρώσικης ρουλέτας επειδή σε κάθε γεύμα της κινδύνευε να πεθάνει. Ο λόγος για την Μάργκο Γολκ που ήταν δοκιμαστής των φαγητών του Αδόλφου Χίτλερ.
Παρόλο που ήταν ευγνώμων για τα καλομαγειρεμένα και χορτοφαγικά πιάτα που έτρωγε, εκείνη και οι άλλες 13 γυναίκες που ήταν μαζί της...
, ζούσαν καθημερινά με τον φόβο του θανάτου. Ο Αδόλφος Χίτλερ είχε προσλάβει συνολικά 15 γυναίκες κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επειδή φοβόταν ότι θα τον δηλητηριάσουν.
, ζούσαν καθημερινά με τον φόβο του θανάτου. Ο Αδόλφος Χίτλερ είχε προσλάβει συνολικά 15 γυναίκες κατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επειδή φοβόταν ότι θα τον δηλητηριάσουν.
Η Μάργκο Γολκ σήμερα είναι 96 ετών και χήρα ενώ είναι η τελευταία επιζών από τις γυναίκες που δοκίμαζαν τα φαγητά του Χίλτερ. Η ίδια έδωσε συνέντευξη στην οποία αποκάλυψε πως όλες οι γυναίκες ξεσπούσαν σε λυγμούς μετά από κάθε δοκιμή επειδή ήταν ακόμα ζωντανές. Ο φόβος του ηγέτη των Ναζί αναφορικά με με το φαγητό του προέκυψε λόγω των φημών που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή και έλεγαν πως οι Βρετανοί θέλουν να τον δηλητηριάσουν.
Μάλιστα, ο Χίτλερ επειδή φοβόταν να μην πεθάνει δεν έτρωγε ποτέ κρέας και όλη του η διατροφή ήταν τα μακαρόνια, το ρύζι, ο αρακάς, τα νούντλς και το κουνουπίδι. «Κάποια κορίτσια μόλις ξεκινούσαν το φαγητό έκλαιγαν επειδή φοβόντουσαν πάρα πολύ. Έπειτα, όσες τρώγαμε έπρεπε να περιμένουμε μία ώρα για να δούμε τα αποτελέσματα και κάθε μέρα φοβόμασταν μην αρρωστήσουμε. Στο τέλος κλαίγαμε όλες μαζί επειδή επιβιώναμε», εκμυστηρεύτηκε η Μάργκο.
Η Μάργκο έγινε δοκιμαστής του Χίτλερ καταλάθος, επειδή έτυχε δίπλα της να μένει ένας στενός συνεργάτης του Χίτλερ. Τελικά το σπίτι της καταστράφηκε και ο γείτονας της, της έδωσε την δουλειά με την ίδια να την δέχεται χωρίς να ξέρει τι είναι. Κάθε μέρα, ένας φύλακας την έπαιρνε και την οδηγούσε μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο σχολείο για να δοκιμάσει το φαγητό του ηγέτη των Ναζί.
Η δοκιμαστής θυμάται μία συγκεκριμένη μέρα. Ήταν στις 20 Ιουλίου 1944 όταν Γερμανοί αξιωματούχοι προσπάθησαν να σκοτώσουν τον Χίτλερ βάζοντας βόμβα μέσα στο στρατόπεδο του. Η Μάργκο θυμάται: «Καθόμασταν στα ξύλινα παγκάκια και ξαφνικά άκουσαν έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Ένας ούρλιαζε “O Xίτλερ είναι νεκρός” και επικράτησε πανικός. Τελικά κάτι τέτοιο δεν ίσχυε».
Το αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας ήταν να εκτελεστούν τουλάχιστον 5.000 Γερμανοί από τον ναζιστικό καθεστώς ενώ η Μάργκο μετακινήθηκε μαζί με άλλες κοπέλες σε άλλο μέρος, ενώ η δουλειά της συνεχιζόταν. Τελικά την βοήθησε να ξεφύγει ένας αξιωματικός των SS και πήγε πίσω στο Βερολίνο το 1944.
Τα βάσανα όμως δεν τελείωσαν για την Μάργκο καθώς ήρθαν οι Ρώσοι: «Δεν μας άφηναν να ντυνόμαστε όπως θέλουμε, εγώ ήθελα να είμαι σαν μεγάλη γυναίκα και εκείνοι δεν το επέτρεπαν. Μας είχαν μαζέψει όλες σε ένα κτήριο, μας έσκισαν τα ρούχα και μας άφησαν γυμνές και ξαπλωμένες στο πάτωμα. Για 14 συνεχόμενες μέρες μας βίαζαν. Ήταν κόλαση. Ο εφιάλτης ακόμα με στοιχειώνει».
Η άτυχη γυναίκα ξέφυγε από τον εφιάλτη του πολέμου καταρρακωμένη ενώ δεν μπορούσε να κάνει παιδιά: «Πάντα ήθελα μία κόρη. Μόλις έφθασα τα 50 σκέφτηκα πως θα ήταν σήμερα 25, αν την έκανα όταν ήμουν μαζί με τον άνδρα μου και δεν πήγαινε στον πόλεμο. Δυστυχώς αυτό δεν συνέβη ποτέ». Ένας Βρετανός αξιωματικός βοήθησε την Μάργκο να βρει τον άνδρα της, που τελικά εμφανίστηκε στα σκαλιά του σπιτιού τους το 1946.
Όμως τίποτα δεν ήταν πια το ίδιο. Ο άνδρας της ήταν φυλακισμένος, ζύγιζε μόλις 45 κιλά και δεν τον αναγνώρισε. Η ίδια υπέφερε από εφιάλτες και τελικά το ζευγάρι χώρισε.