
2. Τους έχοντες επιστροφή φόρου κάτω από 1.500 ευρώ. Στην ουσία στο στόχαστρο μπαίνουν επιστροφές φόρου ακόμα και από 1 ευρώ εφόσον δεν πληρούν τα βασικά κριτήρια, δηλαδή της αναλογίας του εισοδήματος και των δηλωμένων αποδείξεων, καθώς και υπερβολικές δαπάνες από άλλες κατηγορίες, όπως ιατρικά, τόκοι στεγαστικών δανείων, ασφάλιστρα ζωής, ενοίκια, δαπάνες δικηγόρων, ασφαλιστικές εισφορές, φροντιστήρια.
3. Δηλώσουν ανακριβή ποσά, χωρίς να προσκομίσουν τις αντίστοιχες αποδείξεις δαπανών. Δεδομένου του αυξημένου όγκου των αποδείξεων δεν αποκλείεται ορισμένοι φορολογούμενοι να καταστρατηγήσουν το μέτρο και να αναγράψουν στο φάκελο που θα περιέχει τις αποδείξεις μεγαλύτερο αριθμό αποδείξεων και συνολικής αξίας αυτών έναντι του πραγματικού. Για το λόγο αυτό το υπουργείο τονίζει ότι αν διαπιστωθεί η καταστρατήγηση του κινήτρου, είναι αυτονόητο ότι «θα υπάρξουν οι συνέπειες που ορίζονται με το νόμο». Και αυτές βάσει του τελευταίου φορολογικού νόμου φτάνουν ακόμα και στη φυλάκιση σε περίπτωση φοροδιαφυγής.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, όπως αναφέρει η «Ελευθεροτυπία», επιβεβαιώνει εμμέσως τα δημοσιεύματα περί εμπλοκής με τις αποδείξεις, καθώς ενεργοποιεί αυστηρότερους ελέγχους προκειμένου να εντοπίσει όσους επιχειρήσουν να έχουν μείωση ή επιστροφή φόρου μεγαλύτερη του πραγματικού. Εν τούτοις το υπουργείο διευκρινίζει ότι βασική πολιτική της κυβέρνησης κατά την υιοθέτηση του μέτρου των αποδείξεων ήταν η ελάφρυνση εισοδημάτων μέχρι 40.000 ευρώ.