Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Πληθαίνουν οι αυθόρμητες περισσότερο ή λιγότερο οργανωμένες, αλλά πολιτικά αχειραγώγητες, αντιδράσεις πολιτών που αρνούνται να συμμορφωθούν σε διατάξεις και πρακτικές που θεσπίζει η κυβέρνηση. Το κύμα ανυπακοής στον παραλογισμό της αύξησης των τιμών των υπηρεσιών, την ώρα που τα λαϊκά εισοδήματα συμπιέζονται επικίνδυνα, λαμβάνει κινηματικές διαστάσεις. Το φαινόμενο είναι σύμπτωμα της κοινωνικής απορρύθμισης, στην οποία οδήγησε η στρατηγική της κυβέρνησης και των συμμάχων της και βρίσκεται μόνον στην αρχική του φάση. Έχουμε ακόμη να δούμε πολλά και να κάνουμε ίσως περισσότερα!
Ο γράφων έχει συναντήσει αυτό το φαινόμενο στην πολιτική ιστορία όλων σχεδόν των ευρωπαϊκών χωρών και μπορεί να διαβεβαιώσει ότι ποτέ δεν ήταν το συγκυριακό αποτέλεσμα μιας σκληρής πολιτικής λιτότητας, αλλά το προμήνυμα κοινωνικής αλλαγής. Το κίνημα ανυπακοής, αν λάβει διαστάσεις, διαμορφώνει μια νέα κοινωνική δομή που ξεφεύγει από τον έλεγχο του καθεστώτος. Είναι η πιο «ύπουλη» και η πλέον κρίσιμη κοινωνιολογικά αμφισβήτηση του καθεστώτος. Συνιστά μια διαφορετική μορφή κοινωνικοποίησης που....... πολιτικοποιεί διαφορετικά την ανάγκη, δίχως να κάνει εμφανώς πολιτική. Δεν προτείνει μια διαφορετική συγκρότηση των εξουσιαστικών σχέσεων στο επίπεδο της ηγεμονίας, αλλά αμφισβητεί ουσιαστικά τους όρους ηγεμονίας στην χώρα. Οι όροι αυτοί εκφράζονται πολιτικά και εσωτερικεύονται ατομικά μέσω των θεσμών. Οι «ανυπάκουοι» κλονίζουν τα θεμέλια της εξουσίας αυτών που επιδιώκουν να επιβάλλουν τούτη την περίοδο αυθαίρετα, αντικοινωνικά και αντιοικονομικά την μεταβολή του θεσμικού πλαισίου στην χώρα μας, μεγεθύνοντας την ανισότητα και αγνοώντας την σχέση κοινωνικοποίησης - θεσμοποίησης.
Τούτο αποτελεί πράξη αυτοκτονίας όχι μόνον για την κυβέρνηση, η οποία ούτως ή άλλως πολιτεύεται πλέον εκτός νομιμοποιητικών ορίων, αλλά για το ίδιο το καθεστώς. Οι νεοφιλελεύθερης σύλληψης «θεραπείες σοκ», που προκαλούν κοινωνικό δέος, ισοδυναμούν με την απορρύθμιση την οποία έχουν βιώσει κοινωνίες κατά την διάρκεια και αμέσως μετά την διεξαγωγή πολεμικών αναμετρήσεων. Η απορρύθμιση αυτή θα αναζητήσει πολιτική έκφραση για να τυποποιηθεί εξουσιαστικά και θα καταλήξει σε μια νέα ηγεμονική μορφή, η οποία θα μπορούσε να είναι εναλλακτική ή απλώς να ανανεώνει ριζικά το υφιστάμενο καθεστώς.
Η ανυπακοή στα πρώτα στάδια πολιτικοποίησής της είναι πάντοτε αντι-ηγεμονική. Αμφισβητεί, δηλαδή, έμπρακτα ολόκληρο το θεσμικό σύστημα που δομεί τις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις. Μέσω της αντίδρασης σε οικονομικά μέτρα που επιβάλλει η κυβέρνηση, ο «ανυπάκουος» πολίτης αρνείται να συμμορφωθεί στην θεσμική μεταβολή, πηγαίνοντας στο άλλο άκρο. Αρνείται αυτόν καθ΄ εαυτόν τον θεσμό, και πλέον εισερχόμαστε στη φάση της θεσμικής κρίσης η οποία συναρτάται απολύτως με την κρίση πολιτικής νομιμοποίησης. Εδώ βρισκόμαστε σήμερα στην Ελλάδα. Αν η κρίση αυτή οδηγήσει σε μια μορφή ριζικής ανανέωσης του ηγεμονικού μοντέλου της μεταπολίτευσης ή στην αναζήτηση μιας εναλλακτικής ηγεμονίας θα εξαρτηθεί από την πολιτική διαχείριση της ηλιθιότητάς μας.
Και η ηλιθιότητα κοινωνικό φαινόμενο είναι, ασχέτως αν εκδηλώνεται σε ατομικό επίπεδο. Παράγεται και αναπαράγεται μέσα από σχέσεις εξουσίας που επιχειρούν να διασκεδάσουν τον ρόλο και τα κίνητρα των φορέων που τις ασκούν. Η προπαγάνδα δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να δομεί και να νομιμοποιεί την ηλιθιότητα μέσα στην κοινωνία μέσω μυθοπλαστικών αναπαραστάσεων της πολιτικής και της οικονομίας. Εδώ δοξάζεται ο απλουστευτικός λόγος, η απλοϊκότητα στην προσέγγιση και η «κοινή λογική». Η τελευταία είναι ο παράγοντας που υποστηρίζει διαλεκτικά την ηλιθιότητα για την αναπαραγωγή του καθεστώτος. Σήμερα στην Ελλάδα βιώνουμε μία πολυδιάστατη φάρσα, η οποία συσκοτίζοντας τις κυρίαρχες σχέσεις εξουσίας, ενισχύει την ηλιθιότητα. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται σύγχυση σε ότι αφορά στις επιμέρους κοινωνικές ταυτότητες, στα συμφέροντα που αντιστοιχούν σε αυτές και στις ιδεολογικές αναπαραστάσεις που νομιμοποιούν αυτά τα συμφέροντα.
Την ηλιθιότητα αν πάψεις να την επιδοτείς θα μετατραπεί σε κατάθλιψη ή μανιοκατάθλιψη, η οποία αντίστοιχα στην χώρα μας λαμβάνει κοινωνικές διαστάσεις. Το φαινόμενο δεν είμαι σε θέση να το επιβεβαιώσω στατιστικά, το αφουγκράζομαι όμως επικοινωνώντας με φίλους στην Ελλάδα, ή διαβάζοντας άρθρα και σχόλια στο διαδίκτυο. Η ηλιθιότητα είναι δομή που αναπαράγει τυφλά κοινωνικές σχέσεις, ενώ η κατάθλιψη σύμπτωμα της αδυναμίας αναπαραγωγής αυτών των σχέσεων. Η κατάθλιψη των Ελλήνων κλονίζει την ηλιθιότητα που παγιώθηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες εντός ενός πλαισίου βεβαιοτήτων που συγκροτούσαν η πατρωνία σε συνδυασμό με την αντιπαραγωγική οικονομική ανάπτυξη, η σχέση μας με την Ένωση και αργότερα η ένταξή μας στην ευρωζώνη. Με άλλα λόγια, η κατάθλιψη δεν αμφισβητεί τους όρους της ηλιθιοποίησής μας, αλλά μάλλον τους προβληματοποιεί συμπλεγματικά και μαζί μ’ αυτούς ολόκληρο το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα στην Ελλάδα, τους πολιτικούς φορείς του, την διανόηση που συνδέθηκε μ’ αυτό, τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τον θεσμικό ρόλο των τραπεζών, το τρέχον lifestyle, αλλά και τα κίνητρα όσων αντικαθεστωτικών αγωνίζονται να αναδείξουν το φαινόμενο και να προτείνουν εναλλακτική στρατηγική για την αντίδραση στην κρίση.
Όσο, όμως, η συλλογική μας κατάθλιψη διευρύνεται, τόσο βαθαίνουν σε ατομικό επίπεδο τα συμπτώματα της μανιοκατάθλιψης που οδηγούν ολοένα και περισσότερους στην παραίτηση ή στο φάσμα της εκδίκησης, στην τιμωρία ή στην αυτοτιμωρία. Εκεί όπου ο μηχανισμός της ηλιθιότητας δεν πολιτικοποιείται ώστε να παραχθεί ένας νέος κοινωνικός μύθος, που θα συγκροτήσει ένα νέο εθνικό όραμα, μέσω μιας άδηλης συναίνεσης σε νέες σχέσεις εξουσίας που θα δομούν το μήνυμα μιας εναλλακτικής «κοινής λογικής», η μανιοκατάθλιψη θα προφασίζεται ότι κάνει πολιτική, μέσω αντιδραστικών συμπεριφορών, της απείθειας και της γενικευμένης αμφισβήτησης των θεσμών. Ας προσέξουμε, διότι σε κάθε περίπτωση ο κλονισμός της ηλιθιότητας μέσω μανιοκαταθλιπτικών εκδηλώσεων, δεν οδηγεί από μόνος του στην ολοκληρωμένη πολιτικοποίηση. Ίσως το αντίθετο να ήταν ακριβές. Η ηλιθιότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αδυναμία συνειδητοποίησης της διασύνδεσης του κοινωνικού μηνύματος με τις σχέσεις εξουσίας που το παράγουν. Η συνειδητοποίηση αυτής της σχέσης οδηγεί στην πολιτικοποίηση. Υπήρξαμε ηλίθιοι διότι ως πολίτες ή πολιτικοί περιφρονήσαμε την πολιτική, αντικαθιστώντας την με τον πολιτικαντισμό, τον κομματισμό, τον συντεχνιασμό ή το τεχνοκρατικό lifestyle. Το κύμα της ανυπακοής κλονίζει την ηλιθιότητά μας, δίχως όμως να την ανατρέπει.
Αν σήμερα δεν ενεργοποιηθούμε πολιτικά ξεπερνώντας τις κομματικές γραμμές, τις δουλείες και τις αγκυλώσεις των κομματικών ηγεσιών και δεν δώσουμε στην τάση ανυπακοής, που πλέον εκδηλώνεται με ποικίλες ακτιβιστικές μορφές, συγκροτημένη αντικαθεστωτική (πολιτική) έκφραση, που θα προτείνει μία νέα ηγεσία για μια εναλλακτική ηγεμονία στην χώρα, το βάρος της ηλιθιότητας θα ενισχύει την κατάθλιψη. Η κατάθλιψη σε επίπεδο ατομικό μπορεί να «αντιμετωπίζεται» εν μέρει μέσω του ακτιβισμού ή του …ψυχολόγου. Όταν, όμως, αυτή λαμβάνει ευρύτερες κοινωνικές διαστάσεις, για να μην παραμείνει στο επίπεδο τριβής με την ηλιθιότητα, θα πρέπει να δώσει την θέση της σε ένα πολιτικό κίνημα ανατροπής του καθεστώτος. Πρέπει να αφήσουμε πίσω την ηλιθιότητα που βασίλευσε στην Ελλάδα την περίοδο της μεταπολίτευσης, δίχως να παραμείνουμε για μεγάλο διάστημα στην μανία ή/και στην κατάθλιψη.
Αυτό το διασφαλίζει μόνον ο συλλογικός αγώνας προλεταριοποιούμενων εργαζομένων, ανέργων, αντικαθεστωτικών επιστημόνων και προοδευτικών επιχειρηματιών. Πρέπει να μην αφήσουμε την κατάθλιψη να μας κυριεύσει και να μας οδηγήσει στον μηδενισμό, στην μοιρολατρία, στον ακόμα εντονότερο ωχαδελφισμό, στη γενικευμένη καχυποψία και στην παθητικοποίηση και να αναζητήσουμε την άλλη πιθανότητα για να ξεφύγουμε από την κρίση. Η ανυπακοή είναι το πρώτο και κρίσιμο βήμα , είναι το κοινωνικό ρολόι που «χτύπησε» την ώρα της πραγματικής αλλαγής του καθεστώτος. Είναι το μήνυμα ότι το καθεστώς ναυάγησε, αφού οδήγησε την χώρα στην πτώχευση και τον εξευτελισμό.
Η κατάθλιψή μας είναι το αποτέλεσμα εσωτερίκευσης αναπαραστάσεων που προκαλεί η στέρηση. Η τελευταία προκαλείται με οικονομικά μέσα, αλλά έχει πολιτικές ρίζες στην ηλιθιότητά μας. Η στέρηση είναι μέσο κοινωνικής χειραγώγησης. Το καθεστώς συσκοτίζει την πηγή της ηλιθιότητας μας, που είναι πολιτική, δείχνοντας το οικονομικό αδιέξοδο, το οποίο όμως για να ξεπεραστεί πρέπει να ανατραπεί το καθεστώς που το προκάλεσε και όχι με την ενοχοποίηση κοινωνικών συμπεριφορών, οι οποίες υπήρξαν προϊόν της στρατηγικής που θεμελίωσε την ηγεμονία της σημερινής πολιτικο-επιχειρηματικής τάξης την περίοδο της μεταπολίτευσης. Αυτό το εύλογο, επιστημονικά τεκμηριωμένο συμπέρασμα επιχειρείται να διασκεδαστεί από τα ΜΜΕ, τα οποία καταφεύγουν στην περιπτωσιολογία για να κατατεμαχίσουν την εικόνα της ηλιθιότητας, να θολώσουν τις πραγματικές σχέσεις εξουσίας στην χώρα μας. Στα ΜΜΕ θα συνεχίσει να κυριαρχεί η διαλεκτική της ηλιθιότητας, προκαλώντας κατάθλιψη, μέχρις ότου ανατραπεί το σύστημα εξουσίας το οποίο συντηρούν συνειδητά ή ασυνείδητα, «αριστερόστροφα» ή «δεξιόστροφα», μέσω της μιντιοποίησης του πολιτικού λόγου, που αναπαριστά την ανυπακοή ως διαστροφή.
Μέσω αυτού του λόγου αυτοί που αναζήτησαν και επέβαλαν τον μηχανισμό της τρόικας διαμορφώνουν τις συνθήκες απειλής εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη, ενώ εκείνοι που υποστηρίζουν την ανάγκη εγκατάλειψης του ευρώ νομιμοποιούν το στρατήγημα της πολιτικής διαλεκτικής των πρώτων, δίχως προδήλως να το συνειδητοποιούν. Μην σας φαίνεται οξύμωρο, είναι και αυτό προϊόν της ηλιθιότητάς μας - των ασυνειδητοποίητων μεταπολιτευτικών σχέσεων. Το ζήτημα δεν είναι η παραμονή ή η έξοδος από την ευρωζώνη. Είναι τι είδους κοινωνικός μετασχηματισμός θα μπορούσε να υποστηρίξει καλύτερα την επανένταξη της χώρας στο διεθνές σύστημα στη συγκυρία, μειώνοντας τις εσωτερικές ανισότητες, εκδημοκρατίζοντας τους θεσμούς και δημιουργώντας συνθήκες ανάπτυξης. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί και με το ευρώ και με την δραχμή, ενώ εξαρτάται από τη νέα δομή στο πολιτικό σύστημα και τις σχέσεις που θα διαμορφωθούν στην ΕΕ, μετά την διαφαινόμενη διάσπαση του Γαλλο-Γερμανικού άξονα.
Το κύμα ανυπακοής, λοιπόν, στην Ελλάδα, δεν είναι απλώς σύμπτωμα της διαρκώς μειούμενης πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης. Είναι πρόκληση υπέρβασης της ηλιθιότητάς μας, μέσω της διαφορετικής πολιτικοποίησης του μηνύματος της τρόικας. Είναι πρόκληση για έναν αγώνα χειραφέτησης της ελληνικής κοινωνίας από τους δανειστές της και τους ντόπιους νταβάδες της και σε αυτή την πρόκληση δεν μπορεί να απαντήσουν φυσικά αυτοί που με τόση ευκολία ενοχοποίησαν ολόκληρη την ελληνική κοινωνία για να την παραδώσουν πιόνι στα χέρια της ελιτ της νεοφιλελελευθεριάζουσας παγκοσμιοποίησης. Η Ελλάδα δεν θα αποφύγει την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και την κρίση στο επίπεδο του ιδιωτικού χρέους, ούτε ασφαλώς τον θεμελιώδη κοινωνικό μετασχηματισμό της, ο οποίος είδη ξεκίνησε με την μορφή της απορρύθμισης, που καταλήγει σε φτωχοποίηση των δυο-τρίτων της κοινωνίας και την αδυναμία ανάπτυξης. Το κρίσιμο είναι ποιες δυνάμεις θα κυριαρχήσουν στην χώρα και θα ηγηθούν, ώστε η χώρα να κινηθεί είτε με όρους ΔΝΤ, είτε με τον δημοκρατικό κανόνα. Το ερώτημα δεν είναι αν θα μείνουμε ή θα φύγουμε από την ευρωζώνη, αλλά πώς και με ποιους στην ηγεσία της χώρας θα επαναδιαπραγματευθούμε τους όρους αναδιάρθρωσης του χρέους και τι παράλληλη συμφωνία θα μπορούσαμε να πετύχουμε με την ΕΕ.
Μια προοδευτική κυβέρνηση αντικαθεστωτικών θα μπορούσε να προχωρήσει άμεσα σε δυναμικό haircut του εξωτερικού χρέους της χώρας, μετά από λογιστικό έλεγχο και έκδοση νέων τίτλων μεγαλύτερης διάρκειας, με παράλληλες διευθετήσεις στον τραπεζικό μας τομέα, που θα έδιναν μια άμεση ανάσα για την προώθηση μιας σχετικά αυτόνομης ανάπτυξης. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα έξοδο από την ευρωζώνη, ούτε θα τολμούσα να το ορίσω ως «σοσιαλιστικό μετασχηματισμό».Θα ήταν όμως σίγουρα μια νέα αρχή για εκδημοκρατισμό και θα έδινε μια νέα ευκαιρία αναδιοργάνωσης στην κοινωνία. Μια νέα ελπίδα συνδυασμένη με μια νέα μορφή κοινωνικοποίησης που θα καθιστούσε τους νέους θεσμούς ισχυρούς, επειδή θα τους σέβονταν τα δύο-τρίτα των πολιτών, ως αναγκαίους για την (συν)ύπαρξη και την ευημερία. Το αντίθετο, δηλαδή, από αυτό που συμβαίνει σήμερα Πιστεύω, ότι μπορούμε να το παλέψουμε στο βαθμό που η χώρα δεν θα κυβερνάται από θεατρίνους, πολιτικάντηδες και ανδρείκελα. Μπορούμε να ξεπεράσουμε την ηλιθιότητά μας, συνειδητοποιώντας ότι η σημερινή έκφραση ανυπακοής δεν πρόκειται ποτέ να μεταστραφεί σε πολιτική νομιμοποίησης του καθεστώτος. Το γυαλί έχει θρυμματιστεί και δεν επισκευάζεται. Όσο καθυστερεί η «μεταπολίτευση των πολιτών», τόσο θα βαθαίνει η κρίση θεσμών και πολιτικής νομιμοποίησης. Η πολιτική οικονομία της τρόικας δεν προσφέρει λύσεις. Η πολιτική συνεργασία όλων των δυνάμεων που δεν υπηρετούν κατεστημένα συμφέροντα θα μπορούσε να προσφέρει την πολιτική λύση που θα απαντούσε και στο οικονομικό αδιέξοδο.