Γράφει ο Κων/νος Δρακάτος
Ένας
φίλος και θαμών -ελπίζω και εύχομαι- του
καφενείου μας, που υπογραφόταν ως
φιλόλογος-δημοσιογράφος, έκανε ένα
σχόλιο, σε άρθρο μου της 08/01 (εδώ), το οποίο
σχόλιο, παραθέτω αυτολεξεί, για δύο
λόγους: πρώτο και κύριο γιατί είναι
ευγενικό, εύστοχο και καλόπιστο και
δεύτερο γιατί μου θύμισε τις πολύ ωραίες
αλλά και δύσκολες εποχές στο περίφημο
8ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών, λίγο πριν
και λίγο μετά το 1950. Τον ευχαριστώ και
για τους δύο και με την ευκαιρία θα
ήθελα, σαν δικαιολογία (γνωρίζω την
ετοιμολογία του "σαν") των, οπωσδήποτε,
αδικαιολόγητων αβλεψιών μου, να επικαλεστώ
την, κάποια, διαφορά σημασίας μεταξύ
μιας παθογόνου πολιτικής μπουρδολογίας,
για την οποία "οικτίρω και ελέγχω"
τους δημόσιους αξιωματούχους και ενός
ορθογραφικού λάθους.
Μου
γράφει αυτός ο Ευγενικός Κύριος
(κυριολεκτώ):
"Ωραία τα γράφετε κ. Δρακάτε, αλλά
κι εσείς δεν αποφεύγετε ολισθήματα για
τα οποία οικτίρετε και ελέγχετε τους
δύο παραπάνω.
- Δεν μπορεί να γράφετε ετοιμολογία με το...... θλιβερό οι αντί ετυμολογία
- ότι θέλουμε, ότι μου κατέβηκε, ότι κατάλαβε, ότι σου κατέβει: αυτά τα ότι είναι αναφορικά, θέλουν κόμμα: ό,τι.
- Το κι' δεν χρειάζεται απόστροφο (σύνηθες λάθος) για τον απλούστατο λόγο ότι το 'και' δεν χάνει το τελευταίο γράμμα του, ι, αλλά το μεσαίο, που ποτέ δεν σημειωνόταν με απόστροφο.
- "Η απάντηση (αλά Σημίτη...) κρύβεται το φανερό μυστικό κλπ.": ανακόλουθη σύνταξη, θα διαβαστεί σωστά με μια μικρή αλλαγή: Στην απάντηση (...) κρύβεται το φανερό κλπ.
Για να γινόμαστε τιμητές πρέπει, κατά το δυνατόν, να είμαστε εμείς... "άσφαλτοι" (σύμφωνα με γνωστή καλλιτέχνιδα)!
Φιλικά
φιλόλογος-δημοσιογράφος "
- Δεν μπορεί να γράφετε ετοιμολογία με το...... θλιβερό οι αντί ετυμολογία
- ότι θέλουμε, ότι μου κατέβηκε, ότι κατάλαβε, ότι σου κατέβει: αυτά τα ότι είναι αναφορικά, θέλουν κόμμα: ό,τι.
- Το κι' δεν χρειάζεται απόστροφο (σύνηθες λάθος) για τον απλούστατο λόγο ότι το 'και' δεν χάνει το τελευταίο γράμμα του, ι, αλλά το μεσαίο, που ποτέ δεν σημειωνόταν με απόστροφο.
- "Η απάντηση (αλά Σημίτη...) κρύβεται το φανερό μυστικό κλπ.": ανακόλουθη σύνταξη, θα διαβαστεί σωστά με μια μικρή αλλαγή: Στην απάντηση (...) κρύβεται το φανερό κλπ.
Για να γινόμαστε τιμητές πρέπει, κατά το δυνατόν, να είμαστε εμείς... "άσφαλτοι" (σύμφωνα με γνωστή καλλιτέχνιδα)!
Φιλικά
φιλόλογος-δημοσιογράφος "
Μια και θυμήθηκα, την
εποχή εκείνη, σκέφτηκα να σας περιγράψω
μερικές εικόνες που έχουν μείνει βαθιά
στην μνήμη μου και τις αναπολώ με
συγκίνηση αλλά και ευγνωμοσύνη προς
εκείνους τους εκπαιδευτικούς που έδιναν
την ψυχή τους, γιατί τότε δεν είχαν
τίποτ' άλλο, για να μας μάθουν γράμματα
και όχι μόνο. Ήταν και παιδαγωγοί.
Από ονόματα θυμάμαι
μόνο τον Γυμνασιάρχη Μπαντουβά, ένα
καλό και ευγενικό άνθρωπο, τον υποδιευθυντή
Σαρρή, φόβο και τρόμο όλων μας, τον
φιλόλογο Ζάκα και τον γυμναστή Λάλα. Η
κάθε τάξη είχε από 80 (ναι ογδόντα!) περίπου
μαθητές, αγόρια, με τρεις σειρές θρανία,
στα οποία καθόμασταν από τρεις στο
καθένα.
Με τον Μπαντουβά δεν
είχαμε ιδιαίτερα προβλήματα, γιατί όπως
είπα, ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος, αλλά
με τον Σαρρή, τρέμαμε όταν τον συναντούσαμε
είτε είχαμε κάνει κάποια αταξία, είτε
όχι. Τριγυρνούσε μέσα στο κτήριο και αν
σ'επιανε να περιφέρεσαι άσκοπα σε φώναζε,
σε ρωτούσε τι κάνεις και αν δεν έπαιρνε
σωστή απάντηση, σου έριχνε ένα χαστούκι
που έβλεπες φωτάκια, ιδιαιτέρως αν
χρησιμοποιούσε το αριστερό, αν θυμάμαι
καλά, χέρι το οποίο ήταν ημιπαράλυτο.
Ο Ζάκας ήταν άλλη
περίπτωση. Μεγάλης ηλικίας, ασπρομάλλης,
με το κοστουμάκι του και την γραβατούλα
του, αυτός ήθελε να μας μάθει γράμματα
κι εμείς θέλαμε να παίξουμε (πλάκα, το
λέμε σήμερα). Ενώ λοιπόν μιλούσε, όρθιος
πάντα στην έδρα, εμείς αρχίζαμε να
κάνουμε ένα συνεχές μοουουουουου στην
αρχή σιγά που γινόταν όλο και εντονότερο.
Κάποια στιγμή το αντιλαμβανόταν,
σταματούσε να μιλάει, έμενε ακίνητος
για λίγα δευτερόλεπτα δείχνοντας ότι
το είχε αντιληφθεί και μετά, σαν να μην
είχε συμβεί τίποτα, άρχιζε τα τραγουδάει
το "με γέλασες Παρασκευούλα μου",
κάνοντας συγχρόνως μερικά χορευτικά
βήματα. Για ένα λεπτό η τάξη ήταν σαν να
κατεδαφιζόταν. Φωνές, γέλια και άλλα
συνοδευτικά. Ένα λεπτό και μετά, αφού
είχε εκτονωθεί το περίσσευμα της νεανική
ενέργειας, μας επανέφερε στο μάθημα,
ήρεμα και ευγενικά. Ήταν εκπαιδευτικός
λειτουργός, ήταν και παιδαγωγός.
Ο Λάλας ήταν γυμναστής
και πίστευε στην ανάγκη του νέου να
γυμνάζεται και στην δική του υποχρέωση,
σ'αυτό. Δεν κουραζόταν να φωνάζει και
να μας παροτρύνει να τρέχουμε, να πηδάμε
και να παίζουμε ομαδικά παιχνίδια με
σχισμένες και μπαλωμένες μπάλες, άσε
τις αθλητικές εμφανίσεις μας. Η φωτογραφία
που δημοσιεύω δείχνει την ομάδα βόλεϊ
της τάξης μας (δεύτερος από δεξιά όρθιος,
είμαι εγώ), που είναι εύγλωττη. Ήταν κι'
αυτός παιδαγωγός.
Μοιραία, έρχεται και
η σύγκριση με την σημερινή πραγματικότητα.
Οι εκπαιδευτικοί έγιναν "επαγγελματίες"
και σαν τέτοιοι απεμπόλησαν τον εξ΄ίσου
σημαντικό ρόλο του παιδαγωγού. Έγιναν
και κομματικοί κράχτες. Αλλά γι'αυτούς,
μια άλλη φορά.
Θέλω να κλείσω αυτό το
σημείωμα με μία επισήμανση. Ο φίλος,
φιλόλογος-δημοσιογράφος, μας έδειξε
πόσο ευχάριστος αλλά και χρήσιμος, είναι
ο διάλογος όταν αυτός γίνεται με ευγενικό,
εύστοχο και καλόπιστο τρόπο. Αν μπορούσαμε
όλοι ν' ακουθήσουμε αυτό το δρόμο
επικοινωνίας, θα κερδίζαμε πολλά ως
άτομα και ως κοινωνία πολιτισμένων
ανθρώπων και επιπλέον θα απαλλάσσαμε
και τον καφετζή μας, από τον άχαρο ρόλο
του "κακού" Σαρρή της ιστορίας μου.