Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι πραγματοποιεί επανάσταση σε μια χώρα που βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης και υπό διεθνή έλεγχο. Το καθεστώς αποδέχθηκε το memorandum των δανειστών της Ελλάδας και παρέδωσε την κοινωνία όμηρο στα χέρια της τρόικας. Αυτό ασφαλώς δεν αποκαλείται επανάσταση, αλλά πραξικόπημα, που καταλύει την λαϊκή κυριαρχία. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δηλαδή, με τους ευκαιριακούς συμμάχους της επιχειρεί πραξικοπηματικά να μεταρρυθμίσει την θεσμική και οικονομική λειτουργία, σύμφωνα με ένα σχέδιο το οποίο με οικονομικούς όρους το μόνον που μπορεί να πετύχει είναι να απορυθμίσει την κρατική και κοινωνική οργάνωση. Δεν χτίζεις με το μνημόνιο, αλλά αποκλειστικά γκρεμίζεις, βομβαρδίζοντας κοινωνικές σχέσεις και εργασιακά δικαιώματα.
Το μνημόνιο δεν φτιάχτηκε για να περιγράψει την θεσμική ανασυγκρότηση, αλλά για να επιφέρει την διάλυση ενός συστήματος το οποίο δεν μπορούσε να λειτουργήσει στο πλαίσιο της ΕΕ και της ευρωζώνης. Μόνον που αυτό είναι ακριβώς το σύστημα που δόμησε το καθεστώς στην Ελλάδα με την ουσιαστική ενθάρρυνση των κυρίαρχων δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης και της Ευρωπαϊκής ενοποίησης. Οι άνθρωποι του πελατειακού καθεστώτος στην χώρα γκρεμίζουν το σπίτι που κατασκεύασαν, με κοινωνικούς πόρους ασφαλώς, για να ευδοκιμήσουν οι ίδιοι και οι πελάτες τους, πολιτικώς, κοινωνικώς και οικονομικώς. Γκρεμίζουν το οικοδόμημά τους, αφήνοντας όμως τον.......... λαό να ζήσει στα ερείπια και με τα ερείπια, για να διεκδικήσουν αμέσως μετά οι ίδιοι την εξουσία, ευαγγελιζόμενοι την ανοικοδόμηση, με βιοοικονομικά μάλιστα υλικά (πράσινη ανάπτυξη)! Ο εργολάβος της κατεδάφισης, κατά ένα παράλογο τρόπο, ισχυρίζεται με θράσος ότι είναι ο πλέον ικανός κατασκευαστής μιας άλλης, σύγχρονης δομής, προσαρμοσμένης στις τρέχουσες ανάγκες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Η κ. Παπαρήγα δικαίως εκτιμά ότι έχουμε πόλεμο. Ορθότατα και η Ιεραρχία της Εκκλησίας δηλώνει ότι η κυβέρνηση είναι «δύναμη κατοχής». Άλλωστε ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει αποσαφηνίσει ότι η χώρα έχασε την κυριαρχία της. Σε μια χώρα που έχει παραδώσει την κυριαρχία της για να μην αναγκαστεί να κάνει στάση πληρωμών, η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να είναι βραχίονας των δυνάμεων κατοχής. Λογικό και αναπόδραστο! Όπως φυσιολογικό είναι να θεωρεί κανείς ότι η κοινωνία θα αντιδράσει στον «βομβαρδισμό» της και θα φτάσουμε ενδεχομένως στην «κήρυξη πολέμου» από τα πληττόμενα δυο-τρίτα της κοινωνίας, εναντίον των φορέων της ερημοποίησης της χώρας και της ατομικής τους φτωχοποίησης. Το αξιοπερίεργο θα ήταν να μην γίνει «πόλεμος» και όχι το αντίθετο.
Δυστυχώς όμως, «πόλεμος» δίχως ρεαλιστικούς στόχους δεν πρέπει να κηρύσσεται. Κανενός πολέμου ο στόχος δεν μπορεί να είναι η νίκη. Η νίκη είναι το μέσο για την επιβολή συγκεκριμένων (ρεαλιστικών) αποτελεσμάτων, που έρχονται να ικανοποιήσουν συγκεκριμένα συμφέροντα με ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Εδώ, δυστυχώς, αρχίζει το πολιτικό «στριπτίζ» της παραδοσιακής αριστεράς, ενώ προδίδεται η αδυναμία της ανανεωτικής αριστεράς στην πολιτική μετατροπή του αντικειμενικού συμφέροντος των δύο-τρίτων της κοινωνίας σε ρεαλιστικό. Προφανώς ο «πόλεμος» δεν γίνεται για να πέσει ο καπιταλισμός, ούτε για να περισωθούν εισοδήματα και θέσεις εργασίας, καθώς τότε θα ήταν σαν να σκιαμαχείς.
Ή στη καλύτερη περίπτωση σαν να προσπαθείς να αποφύγεις την διόγκωση του αριθμού των θυμάτων από τον βομβαρδισμό, κρατώντας ομπρέλα για την βροχή. Δίχως στρατηγική θα ήταν σαν να κήρυττες εικονικό τυφλό πόλεμο σε εκείνους που σήμερα τυφλά βομβαρδίζουν την κοινωνία.
Θλίβομαι ιδιαίτερα παρατηρώντας ο «πόλεμος» στην χώρα να εκτυλίσσεται σε μια θερμή αντιπαράθεση μεταξύ τυφλών πολιτικών δυνάμεων. Οι μεν είναι τυφλωμένοι από τον αμοραλισμό τους και τον ελεεινό καιροσκοπισμό τους, οι δε από δογματικές αναπαραστάσεις της ιδιοτέλειας των ηγεσιών τους. Έτσι όμως το ραντεβού με την ιστορία μετατρέπεται σε ραντεβού στα τυφλά. Και σε μια τέτοια περίπτωση ούτε η νίκη έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία, ούτε θα μπορέσει ποτέ ο λαός με αυτοσυνείδηση να πάρει την τύχη στα χέρια του.
Από τη μια το κυρίαρχο καθεστώς μοιάζει να θεωρεί ότι δέχτηκε την επιφοίτηση του νεοφιλελεύθερου αγίου πνεύματος και αποφάσισε να καταστρέψει ό,τι με σπατάλη, αλητεία και κομπορρημοσύνη του δικομματισμού και των νταβάδων του έκτιζε τόσα χρόνια, ενώ από την άλλη ο παραδοσιακά προοδευτικός κόσμος καταλήγει να αγωνίζεται για την συντήρηση δομών, τις οποίες δικαίως κατήγγειλε, αλλά αθλίως έμμεσα υπηρετούσε την ίδια περίοδο. Ε, με αυτό το κλίμα μόνον τυφλός πόλεμος θα μπορούσε να διεξαχθεί, ο οποίος προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση και απόλυτο αποπροσανατολισμό ενός κινήματος, που ενώ φαίνεται να ριζοσπαστικοποιείται με αντι-καπιταλιστικούς όρους, καταλήγει να αποκαρδιώνεται εξαιτίας της έλλειψης ηγεμονικού προσανατολισμού.
Ενώ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι καμένα πολιτικά κουφάρια μέσα στα ερείπια που αφήνει πίσω της η γενικευμένη απορρύθμιση, με ένα κατεξοχήν διαπλεκόμενο πολιτικό προσωπικό, οι φορείς της αριστεράς αδυνατούν να συναντηθούν με ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας που αυτονομούνται από τους καθεστωτικούς μηχανισμούς. Τώρα που το πελατειακό κράτος κλονίζεται, αντί οι προοδευτικές κοινωνικές δυνάμεις να ορθώσουν το ανάστημά τους προτείνοντας με θάρρος και ενδεχομένως «αυταπάρνηση» ένα σχέδιο εναλλακτικής ανάπτυξης μέσω μιας εναλλακτικής ηγεμονίας στην χώρα, σαχλαμαρίζουν αναμασώντας «αιώνιες αλήθειες» της κριτικής στον καπιταλισμό.
Ο Μαρξ καλά τα έλεγε, ο Friedrich Engels αρτιότερα, ενώ ο Antonio Gramsci ακόμη καλύτερα μαζί με τόσους άλλους που ακολούθησαν την μαρξιστική διαλεκτική. Ο Pierre Bourdieu, ο Michel Foucault, η Chantal Mouffe και τόσοι άλλοι σύγχρονοι (νεκροί ή ζωντανοί) διανοητές καλά σκάλισαν και σκαλίζουν στο έδαφος του καπιταλισμού και της πατριαρχίας. Μόνον που όλους αυτούς θα πρέπει να τους χωνέψεις για να βρεις τρόπο πολιτικής αντίδρασης στο πλαίσιο εκπόνησης μιας εθνικής στρατηγικής για το ξεπέρασμα της κοινωνικής κρίσης που προκαλεί η συγκεκριμένη καπιταλιστική δομή της χώρας. Ο άτιμος ο καπιταλισμός θεωρητικά επιδέχεται άπειρες μεταλλάξεις. Δεν είναι ένα συγκεκριμένο πολιτικο-οικονομικό σύστημα, είναι γενικά ένας μηχανισμός παραγωγής και κατανομής πλούτου και προνομίων, ένας μηχανισμός παραγωγής ανισοτήτων, ο οποίος σε συνδυασμό με το πατριαρχικό μοντέλο, μπορεί να στηρίξει άπειρες καθεστωτικές μορφές και ποικίλα ηγεμονικά μοντέλα. Αν δεν έχεις την ρεαλιστική δυνατότητα ή την ιδεολογική συγκρότηση ή και τα δύο σε μια σύγχρονη ασφαλώς πολιτικά προοπτική, ώστε να επιβάλεις άλλον μηχανισμό, όπως πρότεινε για παράδειγμα ο λενινισμός σε κάμποσες εκδοχές, τότε περιορίζεσαι σε σοσιαλδημοκρατικές μορφές πολιτικής στρατηγικής, επιδιώκοντας να διαχειριστείς όσο γίνεται αποτελεσματικότερα το δημοκρατικό παράδοξο: την ενδυνάμωση της ισότητας σε ένα περιβάλλον ανάπτυξης της ελευθερίας.
Σήμερα στην Ελλάδα διαμορφώνονται μέσα στα ερείπια όροι μεγαλύτερης ανισότητας, ενώ πλήττεται βάναυσα η ελευθερία. Έχουμε δηλαδή σοβαρή προσβολή και της δημοκρατίας και του φιλελευθερισμού, αλλά αυτό μοιάζει να αγνοείται από τον πολιτικό λόγο της παραδοσιακής τουλάχιστον αριστεράς. Είναι προσκολλημένοι στον οικονομισμό και πέραν αυτού δεν βλέπουν τίποτε. Η δημοκρατία δεν πρόκειται να αποκατασταθεί από μόνη της ή ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης των εργαζομένων, ούτε υπάρχει καμία πιθανότητα να ακολουθήσει η χώρα μια αυτόνομη πορεία προς την κομμουνιστική ολοκλήρωση! Ας σοβαρευτούμε! Το ζήτημα είναι να μην αφήσουμε το καθεστώς κατοχής και τους συμμάχους του να ορίσουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα: τους όρους της νέας μεταπολίτευσης. Το θέμα είναι να μην επιτρέψουμε στους βομβαρδιστές της ελληνικής κοινωνίας να αξιώσουν την ανασυγκρότηση της χώρας με τους δικούς τους κανόνες και με την δική τους εκχυδαϊσμένη κουλτούρα. Μπορεί η κοινωνία στο σύνολο της να είναι το πολιτικό και σε κρίσιμο βαθμό το πολιτισμικό προϊόν του καθεστώτος, δεν είναι όμως παιχνιδάκι στα χέρια τους, το οποίο μπορούν να το αποσυναρμολογούν για να κατασκευάζουν εκ νέου κάτι άλλο, λειτουργικότερο για τα συμφέροντα της μεταπρατικής, ξενόδουλης και πολλαπλά ανίκανης επιχειρηματικής και πολιτικής τάξης της χώρας.
Το μεταπολιτευτικό οικοδόμημα γκρεμίζεται από εκείνους που το κατασκεύασαν. Ευθύνη όσων δεν συμμετείχαν στο πάρτι εκείνων που τα «τρώγανε όλοι μαζί» και δεν υιοθετούν τις αξίες και τη στάση ζωής τους, δεν είναι απλώς να αντισταθούν στο γκρέμισμα, αλλά από κοινού να εκπονήσουν μια στρατηγική εναλλακτικής ηγεμονίας, την οποία να προτείνουν στον λαό, καταρχήν ως κυβερνητικό σχέδιο. Όσοι από τους φορείς της παραδοσιακής αριστεράς αποκλείσουν τον εαυτό τους από αυτό το εγχείρημα, προφανώς θα έχουν την αποκλειστική ευθύνη για την περιθωριοποίησή τους. Τα κόμματα του κοινοβουλίου δεν είναι επαναστατικοί φορείς και ας πάψουν να αυταπατώνται ή να εξαπατούν. Με κορώνες επαναστατικότητας και πρακτικές καθεστωτικές, επανάσταση προφανώς δεν «καθοδηγείται». Η κοινοβουλευτική αριστερά έχει αμαρτίες πολλές, καθώς είναι μέρος του πελατειακού συστήματος, διατηρεί όμως ίσως ακόμη τα ηθικά φόντα να απεγκλωβιστεί από το καθεστώς. Δεν θα πρέπει αυτή τη φορά να είναι απούσα στην παραγωγική, πολιτισμική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας. Έχει, μάλιστα, το κοινωνικό ανάστημα να πρωταγωνιστήσει, εάν φυσικά έχει «μυαλό» και ικανότητα να υπερβεί δημιουργικά τον ιστορικά ξεπερασμένο εαυτό της. Αν δεν το πράξει, τα γεγονότα θα την αφήσουν στο περιθώριο και αυτό δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι θα είναι για το καλό της κοινωνίας.
Τα «μαύρα κοράκια» με τα γαμψά νύχια δεν πέσανε αποκλειστικά πάνω στην εργατιά, αλλά σε έναν ολόκληρο λαό (αριστερούς, κεντρώους και δεξιούς αδιακρίτως), ο οποίος προηγουμένως είχε μεταβληθεί σε ζωντανό πτώμα. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να βαδίσει στον καπιταλιστικό κόσμο όπως πήγαινε και είναι αδύνατο να υπάρξει όπως πάει. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μπορούσε να μεταβληθεί στο πρώτο μεταβιομηχανικό κομμουνιστικό παράδειγμα! Προσβλέπει κανείς στην εξέγερση των «ερειπίων» για να οδηγηθούμε σε προλεταριακή επανάσταση, ή μήπως είναι καιρός να σοβαρευτούμε και να συζητήσουμε με ρεαλιστικούς όρους για την αναδημιουργία της χώρας σε άλλη παραγωγική και κοινωνική βάση και όχι με την αναστήλωση του καθεστώτος και των ερειπίων του; Θα αφήσουμε να εξελιχθεί το πείραμα της ευρω-ατλαντικής ελίτ ή θα προτείνουμε το δικό μας «πείραμα», όπως κάνουν οι προοδευτικές δυνάμεις στην Βραζιλία και αλλού; Δεν διανοείται κανείς ότι ο δημόσιος χώρος μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην ανάπτυξη, αν απαλλαγεί από τον κρατισμό, τον αρρωστημένο συντεχνιασμό και την πατρωνία; Είναι τόσο δύσκολο, σήμερα, να φανταστεί κανείς πώς ο δημόσιος χώρος μπορεί να αξιοποιήσει ακόμη καλύτερα από την αγορά την ιδιωτική πρωτοβουλία, στις ιδιαίτερες ελληνικές συνθήκες, ακόμη και μέσα στην ΕΕ, με σκληρό όμως αγώνα και διοικητική καινοτομία; Είναι τόσο απίθανο να σκεφτεί κανείς ότι εκεί όπου το δημόσιο δημιουργεί αγορά, όχι για να την ξεπουλήσει σε ιδιωτικά συμφέροντα, αλλά για να στηρίξει την ανάπτυξη και το κράτος πρόνοιας, επιτρέποντας την δημιουργία ιδιωτικών κερδών ασφαλώς, η ευημερία είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα; Μήπως είναι «αμαρτία» σήμερα να μιλούμε για ευημερία στην Ελλάδα; Είναι τόσο ουτοπικό άραγε το κράτος ούτε επιχειρηματίας να είναι, αλλά ούτε και το παρακολούθημα ή ο κοινωνικός μοχλός της αγοράς; Δεν γίνεται τα κόμματα να πάψουν να συμπεριφέρονται ως νταβατζήδες της κοινωνίας και να απαλλαγούμε από τους υπόλοιπους νταβάδες που είναι κράτος εν κράτει στην Ελλάδα; Μπορούν όλα αυτά να μην απασχολούν σε επίπεδο πολιτικής στρατηγικής πολιτικές δυνάμεις και την κοινωνία των πολιτών, τουλάχιστον όσους αυτο-προσδιορίζονται στον προοδευτικό χώρο και δεν είναι τυφλωμένοι από δογματισμούς, φονταμενταλισμούς ή το μικροσυμφέρον τους;
Ο κρατισμός μακροχρονίως μεταβάλλεται σε κατάρα εναντίον του κράτους που δήθεν υπηρετεί. Ο νεο-φιλελευθερισμός μεσοπρόθεσμα είναι η κατάρα της αγοράς που δήθεν αυτός δοξάζει. Ο συνδυασμός των δυο είναι η κατάρα της ύστερης μεταπολίτευσης στην Ελλάδα. Τώρα ξέρουμε τουλάχιστον τι δεν πρέπει να ξανακάνουμε. Κάποιοι τα ξέραμε από πολύ πριν, αλλά αυτό αποτελούσε την προσωπική μας κατάρα, ενώ κάποιοι άλλοι τα ανακαλύπτουν μόλις σήμερα, καθώς δεν τους συμφέρει πλέον να τα αγνοούν ή να τα διασκεδάζουν. Οι τελευταίοι αποτελούν την κατάρα της κοινωνίας.
Σήμερα, πάντως, προέχει το ηττημένο καθεστώς, με την καταστροφική διάθεση, να παραμεριστεί, προτού διαμορφώσει τις συνθήκες αναπαραγωγής του σε άλλη, δυσμενέστερη βάση για ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Στην Ελλάδα οι μεγάλοι ηττημένοι κυβερνούν και εξουσιάζουν ακόμη, σαν να είναι αναντικατάστατοι και αυτό είναι ιστορικό παράδοξο, που δεν «διορθώνεται» με καιροσκοπικά ιδεολογήματα σαν αυτό του «Τέλους της Ιστορίας». Την ιστορία δεν θα την …τελειώσουν οι διάφοροι ολοκληρωτισμοί, αλλά από την άλλη η ιστορία εκδικείται όχι μόνον εκείνους που της βγάζουν την γλώσσα, αλλά και όσους κωφεύουν στο κάλεσμά της!