Η μετακίνηση των δεικτών του
ρολογιού κατά μία ώρα πίσω, το χειμώνα, είναι επιβλαβής για την υγεία, οδηγεί σε
σπατάλη ενέργειας και σε αύξηση των ρύπων, σύμφωνα με βρετανούς και αμερικανούς
επιστήμονες. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι η εγκατάλειψη αυτής της πρακτικής θα έχει
σημαντικά οφέλη τόσο για την υγεία όσο και για το
περιβάλλον.
Οι ευρωπαϊκές χώρες, οι Ηνωμένες
Πολιτείες, ο Καναδάς και πολλές χώρες στη Μέση ανατολή σηματοδοτούν την έναρξη
του χειμώνα με τη μετακίνηση, τα ξημερώματα της Κυριακής, των δεικτών του
ρολογιού κατά μία ώρα πίσω.
Η κίνηση αυτή σημαίνει ότι
θα έχει περισσότερο φως την ώρα που οι περισσότεροι άνθρωποι σηκώνονται από το
κρεβάτι για να ξεκινήσουν τη μέρα τους αλλά «κλέβει» από το απόγευμα μία ώρα
φωτός ημέρας. Με αποτέλεσμα, η ενέργεια που χρειάζεται για να φωτίσουμε τη
σκοτεινιά και τα όρια που εκ των πραγμάτων μπαίνουν σε .........δραστηριότητες άθλησης
στο ύπαιθρο, να βλάπτουν την υγεία μας και το περιβάλλον, υποστηρίζουν οι
επιστήμονες.
Μελέτη που εκπόνησε επιστημονική ομάδα
στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση της
θερινής ώρας οδηγεί σε εξοικονόμηση ενέργειας και εκπομπών 450.000 τόνων
διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο, ποσότητα που ισοδυναμεί με τη απόσυρση 200.000
αυτοκινήτων από τους βρετανικούς αυτοκινητοδρόμους.
Η
Δρ. Ελίζαμπεθ Γκάρνσι, που συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα που εκπόνησε τη
μελέτη υπογράμμισε ότι, σε σύγκριση με άλλα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών
αερίων του θερμοκηπίου μέσω ενεργειακής αποδοτικότητας και τεχνολογίας
ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η διατήρηση της θερινής ώρας στα ρολόγια είναι ένα
ιδιαίτερα φθηνό μέσο. Υποστηρίζει ότι η διατήρηση της θερινής ώρας θα έχει ως
αποτέλεσμα φθηνότερους λογαριασμούς ρεύματος, θα αυξήσει τον τουρισμό και θα
μειώσει τις εγκληματικές πράξεις και την παχυσαρκία. Θα σώσει, τέλος, ζωές λόγω
της βελτίωσης της ορατότητας κατά την απογευματινή ώρα κυκλοφοριακής αιχμής.
Επιπροσθέτως, η διατήρηση μίας επιπλέον ώρας με φως
ημέρας το απόγευμα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των επίπεδων βιταμίνης D
και να ενθαρρύνει τον κόσμο να ασκείται περισσότερο. Σχεδόν ο μισός πληθυσμός
του πλανήτη έχει χαμηλότερα των βέλτιστων επίπεδα βιταμίνης D, η έλλειψη της
οποίας είναι παράγοντας κινδύνου για ραχίτιδα.