Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Κεντρική της Τράπεζα ζητάνε από την Ελλάδα θεσμικές αλλαγές στη λειτουργία της οικονομίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί η συντελεσμένη χρεοκοπία της χώρας. Οι επαγγελματίες της πολιτικής και η πλειονότητα των μέσων «πληροφόρησης» καμώνονται πως δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει η λέξη «θεσμικές». Εξαγγέλλουν, συνομολογούν, μηχανεύονται αλλαγές επιδερμικές, περιστασιακές, που αφορούν εισπρακτικές κυρίως μεθοδεύσεις, όχι τη λειτουργία των θεσμών.
Οσοι πολίτες διασώζουν ακόμη στοιχειώδη ορθολογισμό (αντιπαλεύουν τη μεταμόρφωσή τους σε ρινόκερους υπερασπιστές του «ασύλου», του εκτονωτικού πρωτογονισμού και πάσης «προοδευτικής» αλογίας) καταλαβαίνουν ό, τι και οι αρμόδιοι των Βρυξελλών: Πώς η οικονομία μιας χώρας είναι συνάρτηση της παραγωγικότητάς της και όχι των δανείων που συνάπτει. Ο πλούτος παράγεται, δεν χαρίζεται, είναι πάντοτε προϊόν εργασίας. Για να μετασχηματιστεί η εργασία σε πλούτο, πρέπει να λειτουργεί αγορά. Οταν μέρα παρά μέρα ή και συχνότερα η ιδεολογικοποιημένη ψυχανωμαλία νεκρώνει τη λειτουργία της πόλης και συνεπώς την αγορά, θεσμικό μέτρο για την ανάκαμψη της οικονομίας είναι να οργανωθεί η αστυνομία ακριβώς κατά το πρότυπο της Γερμανίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας ή όποιας άλλης χώρας με συνεπή κοινωνικό (δηλαδή κοινωνούμενο) ορθολογισμό.
Η απλοϊκή, αλλά πανανθρώπινα βεβαιωμένη λογική λέει πως, όσο λιγότερο εργάζονται οι άνθρωποι τόσο λιγότερα παράγουν και τόσο φτωχότεροι γίνονται. Η πείρα από τις ..........
.σχέσεις κάθε Ελληνα πολίτη με το δημόσιο οδηγεί σε διαπίστωση στατιστικά μη ελεγμένη, αλλά καθολικά βεβαιωμένη: Οτι, οποιαδήποτε μέρα σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία, το ένα τρίτο περίπου της υπαλληλίας απουσιάζει «νομίμως»: Κάνει χρήση κάποιου υπόλοιπου «κανονικής» άδειας ή έχει πάρει άδεια ειδική μιας ή δύο ημερών με συνεννόηση ενδο-συναδελφική ή απουσιάζει για λόγους ασθένειας που θα δικαιολογηθεί εκ των υστέρων ή, τέλος πάντων, «κάτι του έτυχε» και «θα καθυστερήσει».
Ασφαλώς υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες όπου οι υπάλληλοι εργάζονται εντατικά και άλλες όπου οι υπάλληλοι είναι προκλητικά αργόμισθοι, ίσως και δίχως αντικείμενο απασχόλησης, αναιδέστατα νωχελικοί ή αδιάφοροι. Αποκλείεται ωστόσο θεσμικά η μετακίνηση υπαλλήλων από υπηρεσίες με αργόσχολο πλεόνασμα προσωπικού σε άλλες με ελλείμματα προσωπικού. Εχουν κατορθώσει τον αποκλεισμό οι δυνάστες του κράτους και της κοινωνίας συνδικαλιστές.
Πάμπολλες οι περιπτώσεις μισθοδοτούμενης από το κράτος αργοσχολίας: Μόνιμο προσωπικό «τεχνικών» σε κάθε δημόσιο νοσοκομείο (μαραγκών, ηλεκτρολόγων, υδραυλικών, ελαιοχρωματιστών). Κάθε πρωί «χτυπάνε κάρτα» και αμέσως απέρχονται στις ιδιωτικές τους δουλειές. Προσθέστε και τους «συνοδούς ασανσέρ», προγραμματικά παρασιτικούς στα δημόσια νοσοκομεία. Τις δεκάδες «κηπουρών» ή «φυλάκων» σε μικροσκοπικά επαρχιακά μουσεία. Το ατέλειωτο πλήθος «αποσπασμένων» από περιφερειακές υπηρεσίες στους διαδρόμους των υπουργείων της Αθήνας.
Για την απλή λογική του απροκατάληπτου και μη συμβιβασμένου με την ψυχανωμαλία πολίτη, θεσμικές αλλαγές για τη σωτηρία της χρεοκοπημένης οικονομίας σημαίνει: Μηχανισμούς ελέγχου της παραγωγικότητας κάθε μισθοδοτούμενου από τον κρατικό κορβανά και άμεση απόλυση των παρασίτων. Επιτέλους, ας μετατεθούν οι αργόσχολοι στο Ταμείο Ανεργίας, προκειμένου να εξαρθρωθεί η κατεστημένη νοοτροπία ταύτισης του δημόσιου υπαλλήλου με τον δωρεάν σιτιζόμενο από το κράτος.
Ο υπερπληθωρισμός της δημοσιοϋπαλληλίας είναι ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα των επαγγελματιών της πολιτικής σε βάρος του κοινωνικού σώματος: Διορίζουν στο δημόσιο εξαγοράζοντας συνειδήσεις, εγκλωβίζοντας ψηφοφόρους στο κομματικό τους ποιμνιοστάσιο. Αλλά, τουλάχιστον, διαθέτουν με ειδεχθή ιδιοτέλεια το κοινωνικό χρήμα ασκώντας ένα είδος κοινωνικής πρόνοιας. Αν αυτό το χρήμα πρέπει να περισταλεί όταν είναι συντελεσμένη η οικονομική χρεοκοπία, πόσο πιο ριζική πρέπει να είναι η περιστολή των πακτωλών που διοχετεύονται απευθείας από το κρατικό ταμείο στα κόμματα. Χορηγείται το κοινωνικό αυτό χρήμα για την εξυπηρέτηση καθαρά συντεχνιακών συμφερόντων, πρόστυχης ιδιοτέλειας, εγωλαγνικών φιλοδοξιών: Να γίνει μηχανισμός προπαγανδιστικής εξαπάτησης του λαού, μισθοί και γραφεία της κομματικής καμαρίλας, στόλος από λιμουζίνες, καταιγισμός διαφημιστικής πλύσης εγκεφάλου των αφελών. Μόνο σε ένα χρόνο (2007) η Ν. Δ. χρηματοδοτήθηκε από τον φορολογούμενο δουλοπάροικο της κομματοκρατίας με 23 εκατομμύρια ευρώ, το ΠΑΣΟΚ με 21 εκατομμύρια, το ΚΚΕ με 5 εκατομμύρια, ο ΣΥΝ με 3,5, ο ΛΑΟΣ με 2. Σήμερα αυτά τα ποσά πρέπει να έχουν αυξηθεί κατά πολύ.
Θεσμικές αλλαγές για σωτηρία της χρεοκοπημένης οικονομίας σημαίνει: Διακοπή της χρηματοδότησης των κομμάτων. Να συναγωνιστούν επί ίσοις όροις (το επιτάσσει το Σύνταγμα) με οποιαδήποτε άλλη ομάδα πολιτών που έχουν διαμορφώσει πρόταση πολιτική και διεκδικούν την ψήφο των πολιτών. Να συναγωνιστούν προτάσεις, τεκμηριωμένες απόψεις, στοχεύσεις κοινωνικές. Οχι χρυσοπληρωμένα «επικοινωνιακά» τεχνάσματα και ψεύδη σε πολυτελείς συσκευασίες.
Θεσμική αλλαγή στη λειτουργία της οικονομίας είναι και η διακοπή μισθοδοσίας των άεργων «νονών» του δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλισμού, που για την κοινή συνείδηση πληρώνονται με κοινωνικό χρήμα μόνο για να μηχανορραφούν γκανγκστερικούς εκβιασμούς του λαϊκού σώματος, ετοιμάζοντας βουλευτικούς θώκους για πάρτη τους. Αλλά και περικοπή των κονδυλίων που χρειάζονται κάθε χρόνο τα Πανεπιστήμια για να επισκευάσουν τις φθορές και να αντικαταστήσουν κατεστραμμένο υλικό από τις «καταλήψεις», τους βανδαλισμούς, το πλιάτσικο που είναι το σπορ της «προοδευτικής» ψυχανωμαλίας. Και ας καταφύγει η αδρανοποιημένη πλειοψηφία διδασκόντων και διδασκομένων στη Δικαιοσύνη, να διεκδικήσει το κόστος των καταστροφών από τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς των εγκληματικών πράξεων.
Μοιάζει απλοϊκή η τετράγωνη λογική, μειονεκτική μπροστά στις «σοφιστικέ» επινοήσεις της κυρίαρχης συντεχνιακής ιδιοτέλειας. Τυπικό σύνδρομο στη σχέση κυριαρχίας - υποτέλειας, αφέντη - δούλου είναι και ο εκούσιος αλλά ανεπίγνωστος αυτοευνουχισμός της νοημοσύνης του δούλου, η ηδονή που εισπράττει όσο πληρέστερα καταργεί τη σκέψη και την κρίση του για να αναπαραγάγει παθητικά τις στερεότυπες υπαγορεύσεις του αλάθητου αφέντη. Τα κανάλια και οι εφημερίδες δίνουν εμφατική προβολή στα θλιβερά αυτά αναμασήματα των αρρωστημένων παιδιών, εμφανίζουν κοινωνικά κυρίαρχη τη δουλική αλογία.
Είτε για το «άσυλο» πρόκειται είτε για τον περυσινό Δεκέμβρη, η αδυναμία συνεννόησης δίνει εικόνα τέλειου κοινωνικού αδιεξόδου, εικόνα συλλογικής παράνοιας.
Για μια κοινωνία που βυθίζεται αυτάρεσκα στην αλογία, η οικονομική καταστροφή ή η ξενική κατάκτηση δεν μπορεί να είναι «μια κάποια λύση».
Χρήστος Γιανναράς