Γράφει ο Πάσχος Μανδραβέλης
Δεν έπρεπε να εκπλαγεί κανείς από τις δηλώσεις της κ. Αλέκας Παπαρήγα για το Τείχος του Βερολίνου. Είναι γραμματέας ενός κόμματος που δοξολογεί με κάθε ευκαιρία έναν από τους πιο στυγνούς δικτάτορες που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Ο ιδεολογικός καθοδηγητής του ΚΚΕ, ο Ιωσήφ Στάλιν, είναι ο πατέρας του πρακτικού ολοκληρωτισμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Αδόλφος Χίτλερ ήρθε χρονικά δεύτερος: πρώτα ξεκίνησε να χτίζεται το σοβιετικό καθεστώς και μετά το Τρίτο Ράιχ. Ετσι, αν μπορεί κάποιος να ανακαλύψει πολιτικές αρετές στον Στάλιν, σιγά μη δεν μπορούσε να προπαγανδίσει πόσο καλός πατερούλης ήταν ο Ανατολικογερμανός ηγέτης Ερικ Χόνεκερ. Το επόμενο στάδιο είναι να επαινέσει την προσπάθεια του τελευταίου να προστατεύσει τους πολίτες της Ανατολικής Γερμανίας από τον κακό ιμπεριαλισμό. Υπό την έννοια αυτή, και αυτό το υπέρ του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού παραλήρημα ήταν αναμενόμενο. Δεν θα άξιζε κάποιος να ασχοληθεί, αν η κ. Παπαρήγα δεν στρέβλωνε τόσο πολύ την αλήθεια για να χτίσει την υπέρ του Τείχους απολογία.
Το πρώτο επιχείρημά της ήταν φυσικά το γνωστό του κομμουνιστικού ανεκδότου: «Κι αυτοί βασανίζουν τους μαύρους». Ελεεινολόγησε τους ηγέτες των δημοκρατικών χωρών που μαζεύτηκαν στο Βερολίνο διότι «έχουν ξεχάσει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο τείχος που ........
υψώνουν οι Ισραηλινοί μέσα στην Παλαιστίνη». Βεβαίως, οι ευθύνες των Ισραηλινών για την κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών είναι μεγάλες, αλλά δεν θυμόμαστε την ανατολικογερμανική ηγεσία να δικαιολογεί το Τείχος επειδή έμπαιναν στον κομμουνιστικό παράδεισο ζωσμένοι με εκρηκτικά Δυτικογερμανοί τρομοκράτες.
Αλλά η κ. Παπαρήγα πήγε και παραπέρα. Χρησιμοποίησε ανερυθρίαστα ιστορικά ψεύδη για να δικαιολογήσει την ανέγερση του αίσχους: «Το Τείχος το επέβαλε ο ιμπεριαλισμός να υψωθεί και έγινε ακριβώς παραμονές, όταν τα νατοϊκά στρατεύματα απειλούσαν να εισβάλουν στο Βερολίνο, ιδιαίτερα βεβαίως στο Ανατολικό Βερολίνο, στο έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας». Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι το περικυκλωμένο Δυτικό Βερολίνο ήταν αποκλεισμένο από τον Κόκκινο Στρατό κατοχής και χρειάστηκε αερογέφυρα για να μπορέσουν να έχουν κάτι να φάνε οι πολιορκημένοι. Οχι μόνο δεν απειλούσαν οι Δυτικοί την ακεραιότητα της Ανατολικής Γερμανίας, αλλά συνέβαινε και το ακριβώς αντίθετο. Ο «Κόκκινος Στρατός» απειλούσε τη Δυτική Γερμανία.
Τέλος η κ. Παπαρήγα ρώτησε ρητορικά: «Δεν είχε δικαίωμα ένας λαός, μια εξουσία εργατική ή η οποιαδήποτε κυβέρνηση να σεβαστεί τα σύνορά της και να υψώσει το τείχος μέσα στο έδαφός της; Σκεφθείτε αν μέσα στην Αθήνα είχαμε τρεις - τέσσερις δήμους που ανήκαν σ’ έναν στρατό Κατοχής, θα ήταν ελεύθερα, μπες-βγες;». Ευφάνταστο το σενάριο της κ. Παπαρήγα (κι ευτυχώς δεν το σκέφτηκε κανείς ιδεολογικός της προπάτορας το 1944) αλλά το «μπες-βγες» πώς δικαιολογείται; Διότι απ’ όσο γνωρίζουμε όλοι ήθελαν να βγουν και κανένας να μπει. Οι αριθμοί αυτό λένε: την περίοδο 1945-1961, πριν δηλαδή χτιστεί το τείχος, 3,5 εκατομμύρια (!) Ανατολικογερμανοί δραπέτευσαν από τον σοσιαλιστικό παράδεισο. Αλλά και μετά το χτίσιμο 5.000 επιχείρησαν να διαφύγουν με κίνδυνο της ζωής τους. Και τι περίεργο! Οι φρουροί πυροβολούσαν μόνον εκείνους που προσπαθούσαν να φύγουν (σ. σ. για να λέμε την αλήθεια, δεν υπήρχε και κανένας που ήθελε να μπει). Δολοφόνησαν περί τους 200 από αυτούς...
Πάσχος Μανδραβέλης